Τρίτη, Ιουλίου 31, 2007

Ερόικα του Κακογιάννη

Είδα απόψε την Ερόικα του Κακογιάννη (αγγλικός τίτλος: Our last spring), ταινία του 1960 με μουσική επένδυση Αργύρη Κουνάδη και καλλιτεχνική διεύθυνση Γιάννη Τσαρούχη. Πέρα από την όμορφη φωτογραφία, την ποιητική-ρομαντική ατμόσφαιρα και το γεγονός ότι οι δύο φίλοι, Αλέκος και Λοΐζος, είναι ως ηθοποιοί "άπαξ εμφανιζόμενοι" και μπορούν έτσι να μείνουν μέσα στη φαντασία μου αταύτιστοι με άλλους ρόλους, σαν άφθαρτοι Απόλλωνες του αετώματος της Ολυμπίας, με συγκίνησαν και οι τοποθεσίες:

α) το Ναύπλιο με την πλατεία, με το λιμάνι όπου στο βάθος πεδίου διακρίνεται η Λάρισα του Άργους, και με το "σχολείο" (στην ταινία), νυν παράρτημα Ναυπλίου της Εθνικής Πινακοθήκης·
β) η παραλία του Τολού σε π.Β. (προ Βιασμού) εποχή·
γ) το κάστρο της Ασίνης, και
δ) ο ναός της Αφαίας στην Αίγινα, με τη θέα του προς την άχτιστη ακόμα Αγια-Μαρίνα.

Εκείνο που δεν αναγνώρισα, ήταν το μεγάλο σπίτι του Λοΐζου. Βρίσκεται στο Ναύπλιο; Δεν το 'χω δει. Μπορεί κανείς να με φωτίσει;

Συνάντησα κι ευτυχισμένους τουρίστες!

Οι Πορτογάλοι ετούτοι το 'χουν ρίξει στο χορό, μες στη ζέστη του Ιουνίου, στην οδό Φιλελλήνων, στην έξοδο από την Πλάκα.

Πώς πέθανε ο βασιλιάς Πύρρος;


Του ήρθε κεραμίδα στο κεφάλι. Λένε πως του την έριξε μια Αργίτισσα, από μια στέγη. Στη φωτογραφία, οι τουρίστες κινδυνεύουν να τους έρθει νταμπλάς ένα ανάλογο μάθημα ελλαδογνωσίας. Ένα κομμάτι από το μπαλκόνι έχει ήδη καταπέσει. "Εις την οδόν των Φιλελλήνων" όλα αυτά.

Δευτέρα, Ιουλίου 30, 2007

Σκουπίδια στις παραλίες

Ας μη μιλήσω για τις γόπες, που είναι πιο πολλές από τους κόκκους της άμμου. Ας πάω στα πιο χοντρά. Χτες πήγα στο λιμανάκι της Βάρκιζας, εκείνο που έχει το καφενείο παρά θίν' αλός. Κάτσαμε στην απέναντι ακτή από το καφενείο. Ώρα 8.00 το πρωί. Την περασμένη εβδομάδα, στο ίδιο ακριβώς σημείο, είχε το μέσο όρο σκουπιδιών που περιμένεις. Χτες όμως είχε φοβερά σκουπίδια. Όπως ξέρετε, εκεί τα βράχια έχουν πολλές μικρές τρύπες, στρογγυλές ή και επιμήκεις, Ε λοιπόν, δεν υπήρχε σχεδόν τρύπα όπου τα ζώα που είχανε περάσει από κει να μην έχουν χώσει κι από ένα σκουπίδι. Κυρίως: μπουκάλια μπύρας, πλαστικά ποτήρια για φραπέ --με καλαμάκι ή χωρίς--, πακέτα τσιγάρα --τσαλακωμένα ή μη, ανάλογα με τη διάμετρο της τρύπας του βράχου, ώστε να χωρέσουν--, τενεκεδάκια από αναψυχτικά, αλλά και ρούχα πεταμένα, ένα χαλασμένο κράνος μοτοσικλέτας, σακούλες διάφορες με σκουπίδια, και ένα κουτάκι τσιγαρόχαρτο για στρίψιμο (επρόκειτο φαίνεται για εναλλαχτικούς βρομιάρηδες). Κι όλα αυτά όχι ένα από κάθε είδος, αλλά δεκάδες, και σε μια έκταση όχι παραπάνω από 5 επί 5 μέτρα, σε απόσταση δε 2 μέτρων από τη θάλασσα, ενώ ακριβώς απέναντι υπάρχουν κάδοι που έχει βάλει το καφενείο.
Διαπιστώνοντας το επίπεδο αυτών των "πολιτών" ("Προσκυνώ, τη χάρη Σου λαέ Μου... σκύβω το κεφάλι στη μεγαλοσύνη Σου..."), τους είμαι ευγνώμων γιατί, τουλάχιστον, δε μέθυσαν, να σπάσουν όλα εκείνα τα μπουκάλια, οπότε το μάζεμά τους θα ήταν αδύνατο. Γιατί κι αυτό συμβαίνει συχνά (βλ. παρακάτω). Όλα ήταν βαλμένα με μεγάλη τάξη... μέσα στις τρύπες του βράχου. Κάθε τρύπα και σκουπίδι.

Τι να κάνουμε; Πώς να αντιδράσουμε;

Παλιότερα πήγαινα με τη γυναίκα και τα παιδιά στην Αγια-Μαρίνα, αμέσως μετά το τούνελ του Καραμανλή. Άραζα όχι στην αμμουδιά που είναι το μαγαζί αλλά λίγο πιο πέρα, σε μια χαμηλή σπηλίτσα 3 επί 3 μέτρα. Την πρώτη φορά που πήγα, μου την έδωσε και άρχισα να καθαρίζω με τα χέρια, να μαζεύω ό,τι βρομιά υπήρχε (τη σπηλιά τη χρησιμοποιούσαν για να πετάνε διάφορα). Βρήκα και μερικές σακούλες, σκουπίδια κι αυτές, κι άρχισα να τις γεμίζω. Υπήρχε κίνδυνος κι από τα σπασμένα γυαλιά από τα μπουκάλια της μπύρας. Η γυναίκα μου αρνήθηκε να βοηθήσει. Τα παιδιά μου όμως μετά από λίγο τους καλάρεσε η ιδέα και τελικά μαζέψαμε καμιά 5αριά σακούλες και τις πήγαμε 200 μέτρα πιο κει, στο πάρκιν, όπου υπήρχαν κάποιοι (ελάχιστοι) κάδοι.
Την επόμενη Κυριακή, τα ίδια. Τη σπηλίτσα, που με μισή ώρα δουλειά (όχι λιγότερο!), την είχαμε κάνει εντελώς λαμπίκο, την είχαν ξανακάνει σκουπιδότοπο. Επιπλέον, τη χρησιμοποιούσαν για να χέζουν. Πού να τρέχουνε τώρα στο μαγαζί... Κι αν άλλωστε ήταν νύχτα με φεγγαράδα; Τέλος πάντων, τα καθάρισα κι αυτά, πιάνοντας τα σκατά ανάμεσα σε δύο βότσαλα κάθε φορά.
Μετά άρχισα να πηγαίνω με σακούλες απ' το σπίτι. Το μισάωρο καθάρισμα μπήκε στο πρόγραμμα.
Την τελευταία φορά που πήγα είχαν μόλις χέσει την προηγουμένη, και τα σκατά ήταν ακόμα φρέσκα, σα λιωμένη μπανάνα. Πώς να τα πιάσεις; Τέλος πάντων, τα 'πιασα με τα βότσαλα. Αλλά σιχάθηκα. Και αυτούς, και την παραλία, και τον κόσμο όλο. Δεν ξαναπήγα.
Ένα είναι σίγουρο: ότι αρνιόμουνα να κάτσω να κάνω μπάνιο με όλα αυτά τα σκουπίδια γύρω μου, έστω κι όταν δεν είχε σκατά. Μετά το καθάρισμα, αντιθέτως, ήταν πολύ ωραία. Βέβαια, αμέσως ερχόταν κόσμος, ο οποίος μάλιστα και βρόμιζε ο ίδιος και επιδίωκε να μας πάρει τη λιγοστή θέση, καθώς έβλεπε το μέρος καθαρό.
Τώρα, σε σχέση με το λιμανάκι της Βάρκιζας, αν ευκαιρήσω και ξαναπάω, θα πάω με σακούλες και με γάντια, και θα καθαρίσω. Αλλιώς δε γίνεται. Προτείνω λοιπόν σε όποιον διαβάσει τούτο εδώ και έχει την ίδια στάση απέναντι στα σκουπίδια να είναι προετοιμασμένος όταν πηγαίνει σε μια παραλία αυτού του είδους, να έχει μαζί του σακούλες και, ει δυνατόν, γάντια (κηπουρικής, καλύτερα), και να κάνει μια καθαριότητα του χώρου γύρω του. Το αίσθημα που θα νιώσει μετά είναι λυτρωτικό.

ΤΟ ΚΑΘΑΡΙΣΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΝΤΡΟΠΗ, ΑΚΟΜΗ ΚΙ ΑΝ ΚΑΘΑΡΙΖΟΥΜΕ ΤΑ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ ΑΛΛΩΝ.

Και τώρα, το βιντεάκι με τα σκουπίδια χωμένα σε κάθε τρύπα. Στο τέλος-τέλος κάνω κι ένα πανοραμίκ, για να ξέρουμε πού βρισκόμαστε. Το χτιριάκι που φαίνεται είναι το γνωστό καφενείο.

Καθαρισμός στις άκρες των δρόμων

Το αίσχος με τα σκουπίδια στους εθνικούς και επαρχιακούς δρόμους είναι γνωστό. Πρόπερσι πάντως είδα για πρώτη φορά να καθαρίζουν εθνικό δρόμο, με τα σκουπίδια μαζεμένα ανά 30 μέτρα σε μαύρες σακούλες, που περίμεναν το φορτηγό να τις πάρει. Ήταν στο δρόμο Λαμίας-Δομοκού, στις στροφές πάνω από τη Λαμία, πιο πάνω από το γυφτομαχαλά (εκεί να δεις σκουπίδι!) που βρίσκεται ακριβώς κάτω από τη τσιμεντοβιομηχανία.
Φέτος είδα μάζεμα σκουπιδιών και στο δρόμο Σχηματάρι-Βαθύ, προς τη Χαλκίδα. Βέβαια, ο οδηγός που καθόταν δίπλα μου και κάνει συχνά τη διαδρομή μού είπε πως το είχαν κάνει και πέρσι, αλλά, αφού μάζεψαν τα σκουπίδια και τα 'βαλαν στις σακούλες, μετά άφησαν τις σακούλες αμάζευτες για κάμποσες μέρες, με αποτέλεσμα να τις ανοίξουν τα ζώα, κι έπειτα έβρεξε και να 'σου πάλι τα σκουπίδια στο δρόμο. Τυπικά ελληνικό. Greece is Bouzouki, που έλεγε και η Μελίνα Μερκούρη.
Τέλος πάντων, είναι τόσο σπάνιο να δεις περισυλλογή σκουπιδιών στο ελληνικό επαρχιακό δίκτυο, ώστε συγκινήθηκα και το 'γραψα σε δύο βίντεο. Στο πρώτο βίντεο φαίνεται στα δεξιά ένας μαζωχτής, και αμέσως μετά μια σακούλα. Στο δεύτερο βίντεο φαίνονται οι σακούλες: είναι οι μαύροι όγκοι στα δεξιά του δρόμου, που πλησιάζουν με ταχύτητα και χάνονται, καθώς το πούλμαν τρέχει.



Τιμιότητας ηθική επιβράβευση

Επισκέφτηκα πρόσφατα το Αρχαιολογικό Μουσείο στο Καστέλι Κισσάμου, και μου έκανε πολύ καλή εντύπωση όχι μόνο το ίδιο το μουσείο αλλά και η συστηματική μνεία, στις λεζάντες των εκθεμάτων, των ονομάτων των απλών ανθρώπων, μη αρχαιολόγων, που βρήκαν αρχαιότητες στο χωράφι ή στο σχολείο ή όπου αλλού και τις παρέδωσαν στις αρχές. Όχι βέβαια πως ο μικρομεσαίος αρχαιοκάπηλος, ο αγρότης δηλαδή και οι διαμεσολαβητές που θα προωθήσουν το εύρημα προς τους εμπόρους/αγοραστές, θα συγκινηθεί και θα πάψει να καπηλεύεται τις αρχαιότητες, που δεν του ανήκουν, αλλά, εν πάση περιπτώσει, είναι ένα κίνητρο προς όσους έχουν μια στοιχειώδη τσίπα, ή προς όσους το χρήμα εμίσησαν αλλ' ουχί την δόξαν. Έτσι κι αλλιώς, το εύρημα δεν είναι πάντοτε εμπορεύσιμο. Άσχετα όμως απ' αυτό, η μνεία του ονόματος είναι καλή και μπορεί να είναι κίνητρο για κάποιους.

Παρασκευή, Ιουλίου 13, 2007

Πεζοδρόμου ξεδόντιασμα

Ιούλιος 2007. Τέλος της οδού Αποστόλου Παύλου, στο σημείο που συναντιέται με τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου και το δρόμο προς το λόφο του Φιλοπάππου. Ένα-ένα τα κολονάκια που εμποδίζαν την κυκλοφορία των αυτοκινήτων (για τις μηχανές, καλά, δεν το συζητάμε καν) πέφτουν. Αδιαφορία πλήρης.





Λατέρνας σκύλευση

Ακούω συχνά στο κέντρο της πόλης κάτι λατέρνες σκέτο δράμα. Προφανώς δεν υπάρχει πια κανένας τεχνίτης να τις επιδιορθώσει και να "καρφώσει" νέες μελωδίες, με αποτέλεσμα το άκουσμα να είναι καταθλιπτικά ξεχαρβαλωμένο. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει άνθρωπος που να ρίχνει δεκάρες σ' αυτά τα μουσικά γκρανγκινιόλ, όταν παραδίπλα στους ίδιους δρόμους παίζουν μπάντες ολόκληρες. Καλύτερα θα 'ταν τα γερόντια αυτά ν' απλώνουν στην ψύχρα το χέρι, όπως τόσοι άλλοι αξιοπρεπείς ζητιάνοι. Αλλά λατερνατζήδες; Ποιον κοροϊδεύουν;
Αρχές Ιουλίου άκουσα το nec plus ultra. Η ηχογράφηση δεν είναι η καλύτερη, υπάρχει και ο θόρυβος των οχημάτων, γωνία Πανεπιστημίου και Αιόλου, αλλά πάντως κάτι ακούγεται. O "λατερνατζής" γυρνά τη μανιβέλα κάθε 2 λεπτά της ώρας· δεν πρόσεξα αν είναι συντονισμένος με το "Σταμάτη" της διασταύρωσης. Το άκουσμα είναι κάτι μεταξύ free jazz piano και Schoenberg της ατονικής περιόδου, υπό τα όμματα του Βασίλη Αυλωνίτη και της τσιγγάνας του:



Στην παρακάτω φωτογραφία, δε, προσέξτε τα αηδή συνθήματα και κυρίως το ραδιοφωνάκι. Ε, να περνά κι η ώρα, βρ' αδερφέ...