Τετάρτη, Μαρτίου 19, 2008

Περί πορνείας πόνημα

Ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Άνθιμος παρέπεμψε, λέει, στο Λεξικό Μπαμπινιώτη για την εκκλησιαστική σημασία του όρου 'πορνεία'. Και γράφει παρακάτω το άρθρο του Βήματος:

Δύο εκδοχές δίνει το λεξικό Μπαμπινιώτη στο λήμμα για την πορνεία. Η πρώτη είναι εκείνη στην οποία κατευθύνθηκε η σκέψη όλων μόλις πληροφορήθηκαν το περιεχόμενο του συνοδικού ανακοινωθέντος, δηλαδή «το να διαθέτει κανείς το σώμα του σε άλλους για ερωτική ικανοποίηση αντί αμοιβής», ετυμολογία την οποία το λεξικό υποστηρίζει και με τη φράση «προάγω, οδηγώ κάποιον στην πορνεία». Στη συνέχεια, όμως, αναφέρεται η ετυμολογία της- στην οποία παρέπεμψε ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Ανθιμος. Σύμφωνα με αυτήν, την οποία ασπάζεται και η εκκλησιαστική παράδοση, η λέξη πορνεία δηλώνει «κάθε σεξουαλική σχέση εκτός γάμου».

Εγώ έχω την πρώτη έκδοση του Λεξ. Μπαμπινιώτη, όπου το λήμμα έχει όχι 2 αλλά 3 σημασίες:

1. το να διαθέτει κανείς το σώμα του σε άλλους για ερωτική ικανοποίηση έναντι αμοιβής: προάγω/οδηγώ κάποιον στην πορνεία || ανδρική / παιδική ~ || η ~ θεωρείται το αρχαιότερο επάγγελμα τού κόσμου 2. (συνεκδ.) η ιδιότητα και η εργασία τής πόρνης 3. ΕΚΚΛΗΣ. κάθε σεξουαλική σχέση εκτός γάμου.

[ΕΤΥΜ. αρχ. <πορνεύω (βλ. λ.). Η λ. είχε αρχικώς τη σημ. τής επί πληρωμή συμμετοχής σε σεξουαλική δραστηριότητα, ενώ αργότερα επεκτάθηκε, για να δηλώσει γενικά την εξωγαμιαία σεξουαλική επαφή. Στα κείμενα τής Π.Δ. (Ωσηέ 4, 11 κ.ά.), η λ. χρησιμοποιείται και μεταφορικώς με τη σημ. "ειδωλολατρία", δηλ. επαφή και απόδοση λατρευτικής τιμής σε ψεύτικους θεούς].

Το Βήμα, αντιθέτως, λέει πως η εκκλησιαστική σημασία της λέξης μνημονεύεται στην "ετυμολογία", αλλά μάλλον εννοεί τη σημασιολογία. Τέλος πάντων, ίσως αυτή η διαφορά των 2 έναντι 3 σημασιών να οφείλεται στις διαδοχικές επανεκδόσεις του Λεξ. Μπαμπινιώτη.

Άνοιξα και το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών (Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη), όπου το λήμμα έχει ως εξής:

1. η κατ' επάγγελμα και με αμοιβή άσκηση, εκτέλεση της σεξουαλικής πράξης, η προσφορά του σώματος για τη σεξουαλική ευχαρίστηση του άλλου: Γυναικεία / ανδρική / παιδική ~. 2. το κοινωνικό φαινόμενο και το επάγγελμα αυτού που αμείβεται για τις σεξουαλικές υπηρεσίες που προσφέρει: Η ~ είναι παγκόσμιο και πανάρχαιο φαινόμενο. Ασκεί την ~ από δεκαπέντε χρονών. [λόγ. <αρχ. πορνεία]

Ως προς την εκκλησιαστική σημασία του όρου, βλέπουμε ότι αυτή απουσιάζει παντελώς –ως μη ώφειλε, κατά τη γνώμη μου– από το ΛΚΝ. Να σημειωθεί ότι απουσιάζει και από το Λεξικό Κριαρά. Η πρόσφατη επικαιρότητα όμως αποδεικνύει ότι κάποιοι καίριοι ομιλητές της ελληνικής του 2008 μ.Χ. χρησιμοποιούν μέσα σε ορισμένα περιβάλλοντα και περιστάσεις τη λέξη με την απούσα από το ΛΚΝ σημασία, έστω και αν ξεσηκώνουν τις αντιδράσεις των υπόλοιπων ομιλητών, οι οποίοι, ειλικρινά ή με σκοπό να δημιουργήσουν σάλο (το σάλο ακριβώς που θέλησε να προκαλέσει και η ΔΙΣ, βλ. τέλος), εκλαμβάνουν τη λέξη με την τρέχουσα, συντριπτικά πλειοψηφική σημασία της.

Να σημειώσω με την ευκαιρία ότι συμφωνώ απολύτως με τη χρήση του τόνου στις γενικές των άρθρων και των κλιτικών, όπως κάνει ο Μπαμπινιώτης, αλλά ότι βρίσκω οχληρή την εκ μέρους του υπερβολική χρήση επιρρημάτων σε -ώς (αρχικώς, μεταφορικώς). Επίσης, ότι δεν καταλαβαίνω τι εννοεί, όταν λέει "επαφή και απόδοση λατρευτικής τιμής σε ψεύτικους θεούς". Τέλος, ότι η λέξη 'εξωγαμιαία', που χρησιμοποιείται στο ετυμολογικό σχόλιο, αν και προσωπικά δεν την αποδοκιμάζω, δεν υφίσταται ως λήμμα στο Λεξ. Μπαμπινιώτη.

Κάτι εξωγλωσσικό, τώρα:

Γιατί άραγε λέει το Λεξ. Μπαμπ.: 2. (συνεκδ.) η ιδιότητα και η εργασία τής πόρνης, τη στιγμή που στη σημ. 1. δεν ξεχωρίζει φύλο, και επίσης τη στιγμή που πιο κάτω, στο λήμμα 'πόρνος', γράφει έτσι κι αλλιώς: 1. ο άνδρας που προσφέρει ερωτικές υπηρεσίες έναντι αμοιβής ΣΥΝ. ζιγκολό ;

Να σημειωθεί ότι το ΛΚΝ δεν αναφέρει αυτή τη σημασία, και λέει για το 'πόρνος': χαρακτηρισμός ιδιαιτέρως ασελγούς και ακόλαστου ανθρώπου, δηλαδή λίγο-πολύ όπως η σημασία αρ. 2. του Λεξ. Μπαμπινιώτη: 2. α άνδρας που συχνάζει σε οίκους ανοχής ΣΥΝ. (!) πουτανιάρης. Αλλά γιατί το ΛΚΝ χρησιμοποιεί τον όρο 'ανθρώπου', αντί για τον όρο 'άντρα'; Μυστήριο! Κατά τα άλλα, προτιμώ σαφώς τον ορισμό του ΛΚΝ από τον ορισμό του Μπαμπ. για το 'πόρνος'. Τη δε σημασία του εκπορνευόμενου άντρα, που την αρνείται το ΛΚΝ στη λέξη 'πόρνος', την καλύπτει το ΛΚΝ εν μέρει μόνο στο λήμμα 'πόρνη' με ένα παράδειγμα: αρσενική ~, τραβεστί. Αν δε πάμε στο λήμμα 'ζιγκολό' του ΛΚΝ, δε θα βρούμε συνώνυμο: άντρας που συνάπτει έναντι αμοιβής ερωτικές σχέσεις με γυναίκες συνήθ. μεγαλύτερές του σε ηλικία. [λόγ. <γαλλ. gigolo] (Τα ίδια λέει και το Λεξ. Μπαμπ., απλώς δεν το περιορίζει σε πελάτισσες γυναίκες. Πάντως, προκειμένου γι' αυτές, επιμένει στο 'κυρ. μεγάλης ηλικίας'. Επίσης, έχει και ΣΥΝ. πόρνος). Απ' όλα αυτά, προκύπτει ότι κατά το ΛΚΝ το ζευγάρι είναι ζιγκολό-πόρνη, όπου όμως η λ. 'ζιγκολό' καλύπτει συνήθως πελάτισσες ώριμης και μεγάλης ηλικίας, άρα αντρική πορνεία με νεαρές γυναίκες έως, ας πούμε, λέω εγώ, τα 40, δεν υπάρχει, ή τέλος πάντων δεν υπάρχει ελληνική λέξη γι' αυτό το πράγμα. Αν τώρα αυτό σας φαίνεται κάπως ξεπερασμένο, όπως και η σημασία αρ. 2 του Λεξ. Μπαμπ. για την 'πορνεία', που αναφέρεται μόνο σε 'πόρνες', θα συμφωνήσω μαζί σας! Κατά δε το Λεξ. Μπαμπ., το ζευγάρι είναι πόρνος/ζιγκολό-πόρνη, με τις ίδιες περίπου όπως στο ΛΚΝ διευκρινίσεις για το 'ζιγκολό'.

Επιστρέφω τώρα στην ανακοίνωση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου και στα όσα είπε ο Άνθιμος. Τι είπε, στην πραγματικότητα, ο Άνθιμος; Είπε: Σεξ εκτός εκκλησιαστικού γάμου = πορνεία, όπου 'πορνεία' = η οποιαδήποτε ερωτική συνεύρεση ανδρός και γυναικός εκτός γάμου. Ή, για την ακρίβεια, είπε ότι στη σημασία της 'πορνείας' εντάσσεται η οποιαδήποτε ερωτική συνεύρεση ανδρός και γυναικός εκτός γάμου. Σωστό, γιατί στη σημασία της πορνείας προφανώς εντάσσεται και η οποιαδήποτε ερωτική συνεύρεση δύο αντρών ή δύο γυναικών, και ενδεχομένως ο αυνανισμός, το τρίψιμο των μπουτιών μεταξύ τους ή του πέους πάνω στο στρώμα ή σ' ένα αντικείμενο, η κατανάλωση πορνογραφικού υλικού, ίσως-ίσως και η απλή ερωτική φαντασίωση, ιδίως εφόσον δεν αφορά τον/την σύζυγο, κλπ., ανάλογα, φαντάζομαι, με το πόσο ταλιμπάνης είναι ο εκάστοτε ερωτώμενος ιεράρχης. Θα μπορούσαν λοιπόν οι αχαΐρευτοι δημοσιογράφοι μας να βγάλουν κι άλλα λαβράκια, αν τους ενδιέφερε να ξεκινήσουν μια συζήτηση για τις θέσεις της σεπτής Ιεραρχίας πάνω στο σεξ γενικά.

Τι είπε, δηλαδή, ο Άνθιμος; Είπε ότι σεξ εκτός γάμου = πορνεία = σεξ εκτός γάμου. Ωραία ταυτολογία! Είναι άραγε τόσο ηλίθιος; Όχι βέβαια. Απλώς, κρύφτηκε πίσω από το Λεξ. Μπαμπ. και τη γλωσσική χρήση της Εκκλησίας για να αποφύγει τις επιπτώσεις από την αγανάχτηση που προκαλεί η κατηγορία της 'πορνείας', αλλά στην πραγματικότητα η 'πορνεία' σήμαινε και σημαίνει στην εκκλησιαστική γλωσσική χρήση όχι τόσο τις εκτός γάμου σχέσεις όσο ασέλγεια, ακολασία, καταδικαστέα σεξουαλική συμπεριφορά, και απλώς το εύρος των βιοτικών καταστάσεων που καλύπτει αυτή η ποιότητα της ασέλγειας/ακολασίας κυμαίνεται, από την επί χρήμασι συνουσία ως την οποιαδήποτε 'εξωγαμιαία' ή εκτός γάμου ερωτική συνεύρεση, ανάλογα με το αν μιλά ο καθημερινός Έλληνας ή ο θρήσκος συντηρητικός λαϊκός ή εκκλησιαστικός (αυτό συνάγεται και από την ανάγνωση του ετυμολογικού/ιστορικού σχολίου της λέξης στο Λεξ. Μπαμπ.). Θα μπορούσε επομένως η ΔΙΣ να είχε πει ότι οι εξωγαμιαίες σχέσεις συνιστούν ακολασία/ασέλγεια, αλλά διάλεξε την αρχαία λέξη 'πορνεία', επειδή 1) καίει περισσότερο, και 2) της δίνει τη δυνατότητα να κρύβεται πίσω από την πατροπαράδοτη εκκλησιαστική γλωσσική χρήση. Και ξεστομίζουμε, δηλαδή, τη βαριά λέξη, και, άμα βρει κανέναν στο μάτι, του λέμε ότι αλλιώς την εννοούμε εμείς και αλλιώς την εννοεί αυτός/ή.

Τέλος, ΠΟΙΟΣ ΜΙΛΑΕΙ; Οι κατεξοχήν πόρνοι! (Το 'πόρνοι', εδώ, με τη σημασία που έχει στο ΛΚΝ, που, όπως είπα, με καλύπτει περισσότερο). Κάποτε πρέπει ν' αρχίσουν να βγαίνουν και εδώ περισσότερες καταγγελίες για παιδεραστίες κλπ., για να κάτσουν λίγο ν' ασχοληθούν με τα του οίκου τους οι ιεράρχες.

Τρίτη, Μαρτίου 11, 2008

Εθνική διαπαιδαγώγησις

Ασμάτιον που τραγουδούν οι ειδικές μας δυνάμεις όταν εκπαιδεύονται:

Στον τρούλο της Αγια-Σοφιάς θ' ανέβω για να βγάλω
την τούρκικη ημισέληνο και το σταυρό να βάλω.

Εκπαιδευόμενος στο Μεγάλο Πεύκο μού είπε ότι, όταν τ' ακούει, ριγά η καρδιά του και του 'ρχονται δάκρυα στα μάτια...

Δευτέρα, Μαρτίου 10, 2008

No Country for Old Men, Ethan και Joel Cohen

Καταρχήν, τι πανάθλια απόδοση του τίτλου στα ελληνικά: "Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους"!

Πολύ δήθεν έργο. Επειδή δεν αξίζει να χάνω την ώρα μου παραπάνω, παραπέμπω σ' ένα σχόλιο από το International Movie Database, που με εκφράζει απολύτως: http://www.imdb.com/title/tt0477348/usercomments (Despicable Snuff Film with Pseudo-Intellectual Pretensions, 16 December 2007)

Σφουγγαράδες, του Μάνου Ζαχαρία

Το σενάριο (ιστορία: Νίκος Κάσδαγλης, σενάριο: Γιώργος Σεβαστίκογλου, Σοβιετική Ένωση, 1960) μπάζει νερά:

1) Δεν πολυστέκει ο αντίζηλος του Νικολού πρώτα να φερθεί με μικροπρέπεια, να πάει δηλαδή να πιάσει στα πράσα το Νικολό και την Ελένη μέσα στη βάρκα, και μετά να μετανιώσει τόσο πολύ που να γίνει ο καλύτερος φίλος του αντίζηλού του. Επίσης, αφού δεν τον κάρφωσε αυτός και η παρέα του στον πατέρα της Ελένης, ποιος τον κάρφωσε;

2) Το όνομα "καπετάν-Αλίμονος" δε στέκει. Σιγά μην είχε τέτοιο όνομα, και μάλιστα όχι παρατσούκλι που θα το λέγανε γι' αυτόν πίσω από την πλάτη του αλλά επίσημο όνομα, που του το λέγανε μπροστά του. Πάντως στα ρώσικα το όνομα ακούγεται Αλίμανος. Λογοπαίγνιο;

3) Η ιστορία με το "πειραγμένο" αμμωτό δε στέκει. Ο καπετάν-Αλίμονος λέει στο τσούρμο του ότι, για να πιάσουνε πολλά σφουγγάρια, στο εξής θα βουτάνε πιο βαθιά, αλλά, επειδή δεν έχουν τα κατάλληλα μηχανήματα, θα βουτάνε αντί για 15 λεπτά, 10. Και μετά φέρνει ένα "πειραγμένο" αμμωτό, που αδειάζει όχι σε 10 αλλά σε 20 λεπτά! Και οι άντρες του δεν παίρνουνε χαμπάρι, λες και το πέρασμα του χρόνου (και τι χρόνου: θανάσιμου!) μετριέται μόνο με το αμμωτό και όχι εμπειρικά από τον καθέναν, μέσα του. Αυτό όχι μόνο υποτιμά τη νοημοσύνη του θεατή αλλά αμαυρώνει και την εικόνα αυτών των αντρών. Καθυστερημένοι διανοητικά να ήταν, θα το καταλάβαιναν. Αλλά και οι χειριστές της αντλίας του αέρα σίγουρα θα μετρούσαν (από καθαρά δικό τους ενδιαφέρον) πόσες περιστροφές έκαναν στη ρόδα της αντλίας αέρα μέσα στο χρόνο των 15 λεπτών παλιότερα, και πόσες περιστροφές έκαναν τώρα, με το πειραγμένο αμμωτό των δήθεν 10 λεπτών, και θα έβλεπαν ότι έκαναν πολύ παραπάνω.

Αλλά πρέπει βλέπεις να υπηρετηθεί η κεντρική ιδέα, που είναι η ένταση της εκμετάλλευσης που προκύπτει από την ένταση του ανταγωνισμού μεταξύ καπετάνιων. Ε, λάθος τρόπο διάλεξε ο σεναριογράφος!

4) Ο Μπαμπούρης είναι ένας ανάπηρος πρώην δύτης χτυπημένος από την αρρώστια. Ακούει κατά τύχη τη συζήτηση ανάμεσα στον καπετάν-Αλίμονο και στον άνθρωπο που "πείραξε" το αμμωτό για λογαριασμό του, έτσι ώστε να αδειάζει όχι σε 10 αλλά σε 20 λεπτά. Στη συνέχεια, το λέει στο φίλο τού Νικολού, και αυτός στο Νικολό, ο οποίος κάνει μήνυση στον καπετάνιο. Κάπου εκεί, ο Μπαμπούρης αυτοκτονεί. Και αυτό μου φαίνεται απίθανο. Πάνω που βρήκε ο Μπαμπούρης ένα σκοπό στη σακάτικη ζωή του, πάει και δαγκώνει ένα μασούρι δυναμίτη και τινάζει τα μυαλά του στον αέρα; Κουφό.

Γενικά, το έργο είναι ωραίο, αλλά το σενάριο έχει τις παραπάνω αδυναμίες. Και μου τη σπάνε τα αδούλευτα σενάρια.

Τετάρτη, Μαρτίου 05, 2008

Carl Ridd = Ριντ | Herbert Read και John Reed = Ρίιντ (και όχι Ρηντ)

Γνωστή η συζήτηση για τη μεταγραφή των ξένων κύριων ονομάτων στα ελληνικά, και αν πρέπει να απλογραφούμε ή να προσπαθούμε να ανακαλέσουμε, με την ελληνική μας απόδοση, την ξένη ορθογραφία. Το θέμα δεν λύνεται εύκολα. Τέλος πάντων, μια κλασική περίπτωση είναι τα αγγλικά ονόματα τύπου Ridd και Read/Reed, με βραχύ και μακρό φωνήεν ι. Πρόκειται για συχνότατη περίπτωση. Δύο λοιπόν λύσεις μεταγραφής μάς προτείνονται: Ριντ και Ρηντ. Το Ρηντ υποτίθεται ότι ανακαλεί την ξένη γραφή και τη μακρότητα του φωνήεντος. Αλλά βέβαια η ξένη γραφή μπορεί να είναι Reed (John) αλλά και Read (Herbert) ή ποιος ξέρει τι άλλο ακόμα, αφού ως γνωστόν η αγγλική ορθογραφία είναι τρις χειρότερη από την ελληνική. Άρα την ξένη γραφή δεν την ποριζόμαστε με τη γραφή Ρηντ. Απομένει το δεύτερο σκέλος του επιχειρήματος, ότι δηλαδή με τη γραφή Ρηντ καταλαβαίνουμε πως το φωνήεν στην ξένη γλώσσα είναι μακρό. Εδώ υπάρχουν δύο ενστάσεις:

1) Τι τον νοιάζει τον Έλληνα αν το φωνήεν στην ξένη γλώσσα είναι μακρό, αφού στην ελληνική γραφή, που του προτείνεται, θα διαβάσει το φωνήεν βραχύ; Το μόνο που μπορεί να νοιάζει τον Έλληνα αναγνώστη είναι η ξένη γραφή του ονόματος, για βιβλιογραφικούς και άλλους παρόμοιους λόγους, μα όπως είδαμε αυτό δεν του το εξασφαλίζει η γραφή Ρηντ, ούτε καμιά άλλη, παρά μόνο η ξένη γραφή του ονόματος, το να μη μεταγράφουμε δηλαδή καθόλου τα ονόματα (ως γνωστόν, υπάρχει και αυτή η σχολή).

2) Πόσοι αναγνώστες γνωρίζουν αυτή τη σύμβαση, ότι δηλαδή Ρηντ ίσον μακρό φωνήεν;

Γι' αυτούς τους λόγους, δε μου λέει τίποτα η γραφή Ρηντ. Δε με καλύπτει όμως ούτε η μία και μοναδική γραφή Ριντ για όλα τα Ridd, Read, Reed κλπ., αφού η διαφορά μακρού και βραχέος ι στα αγγλικά είναι ουσιωδέστατη. Θα μπορούσε λοιπόν να υπάρξει μια τρίτη λύση, η λύση Ριντ και Ρίιντ. Δύο ι, δηλαδή, όταν το ι είναι μακρό. Γι' αυτό, αντί για τις δύο διαφορετικές αποδόσεις του John Reed, του συγγραφέα των 10 Ημερών που Συγκλόνισαν τον Κόσμο, που βρίσκουμε στο www.biblionet.gr, δηλαδή τη γραφή Ριντ και τη γραφή Ρηντ, ανάλογα με τον εκδότη, εγώ προτείνω να γράφεται Τζον Ρίιντ, ώστε να μπορεί τουλάχιστον ο κόσμος να διαβάζει το όνομα σωστά.

Κάποιοι λένε πως αυτό είναι πολύ αφύσικο στα ελληνικά. Και όμως, η προφορά, ακόμα και η εικόνα δύο διαδοχικών όμοιων φωνηέντων υπάρχει έτσι κι αλλιώς στη γλώσσα μας –δεν είναι κανένα σκάνδαλο (διίσταμαι, διυλίζω, διφυΐα, ποίηση, η οίηση [3 ι εδώ!]..., ως και το ακουστικώς αηδές: "οι Ηοίες του Ησιόδου" [ακούστε το όμως σε 'ερασμιακή': αι Ηοίαι = χάι Χεεόιαϊ! Ωραίο, ε; ινδιάνικο!]). Επίσης, γράφουμε Maastricht = Μάαστριχτ, Haas = Χάας. Όλα αυτά δεν μας πειράζουν. Ο μακαρίτης ο Ρολφ Πόλε μου έλεγε ότι, όταν είχε έρθει στην Ελλάδα, είχε σκεφτεί να ζητήσει να γράφουν τ' όνομά του Πόολε, γιατί τον ενοχλούσε το άκουσμα  Πόλε (και όχι βέβαια η γραφή, που είναι σχεδόν ίδια με τη γερμανική: Pohle!), αλλά τελικά υποτάχτηκε στη μοίρα του, γιατί φοβήθηκε ότι θα ήταν πολύ σνομπ να ζητήσει κάτι τέτοιο. Πράγματι, το να γράφεται το όνομά του Πόολε θα είχε ένα νόημα. Αντιθέτως, το να γράφεται Πώλε, θα ήταν πολύ... κωλέ!

paradigm = υπόδειγμα

Προ καιρού είχα γράψει κάτι για τη λέξη paradigm, όπου υποστήριζα ότι είναι καλύτερο να αποδίδεται ως 'υπόδειγμα' παρά ως 'παράδειγμα', ή τουλάχιστον, αν αποδίδεται ως 'παράδειγμα', να γράφεται με κεφαλαίο Π. Έλα όμως που συνάντησα τη φράση: the paradigmatic French example. Και την απέδωσα (πώς αλλιώς;): "το υποδειγματικό γαλλικό παράδειγμα". Εκτός αυτού: πώς να γράψεις το επίθετο "παραδειγματικός" με κεφαλαίο Π; Δεν πάει. Για δύο λόγους λοιπόν, κλίνω στην έτσι κι αλλιώς αρχική μου προτίμηση, της απόδοσης δηλαδή της λέξης paradigm με τη λέξη 'υπόδειγμα'.

Αποθετικά και άλλα τινά

Ο Παντελής Μπουκάλας, σε άρθρο του στην Καθημερινή, αναφέρεται μεταξύ άλλων στη χρήση τύπων των αποθετικών ρημάτων με παθητική έννοια αντί για ενεργητική ("η Ελλάδα δεν διαπραγματεύεται" με την έννοια "η Ελλάδα δεν τίθεται υπό διαπραγμάτευση" = δεν παζαρεύεται· "είμαστε στο πλευρό των εκμεταλλευομένων"· "αφηγημένο" [κείμενο]· "Σύμβολα, γραφεία, σφραγίδες είχαν ιδιοποιηθεί".

Το πράγμα θίγεται ήδη στη Νεοελληνική Γραμματική (της Δημοτικής) του 1941 (άσχετο: φαντάζομαι και αυτή τη Γραμματική θα την παράγγειλε ο λαός, όχι ο Μεταξάς...). Στην παράγραφο 812, διαβάζουμε:

Τυχαίνει κάποτε να μας χρειάζεται ένας παθητικός τύπος από ρήμα αποθετικό με έννοια ενεργητική. Στην περίπτωση αυτή καταφεύγομε: α) Σε ρήμα συνώνυμο, που να έχη παθητικό τύπο... β) Σε περίφραση...

Αμέσως μετά, στην παράγραφο 813, διαβάζουμε:

Μόνο η μετοχή του παρακειμένου των αποθετικών ρημάτων μπορεί να έχη όχι μόνο ενεργητική σημασία (καθισμένος, παραπονεμένος, παραξενεμένος, συλλογισμένος) αλλά και παθητική (προσκυνημένος), κάποτε μάλιστα μόνο παθητική (ονειρεμένος, προφασισμένος) και μπορεί τότε να χρησιμοποιηθή με τη σημασία αυτή: ιστορίες διηγημένες, οι παραδεγμένες απόψεις.

Πού κολλάει εδώ το προσκυνημένος; Αποθετικό ρήμα είναι το προσκυνάω;

Το προφασισμένος με παθητική σημασία το βρήκα μόνο μία φορά στο Γκουγκλ, σε δύο διαφορετικές φράσεις: "η προφασισμένη αιτία για το πόλεμο στο Ιράκ" και "Ένα είναι το κίνητρο, το χρήμα, και πολλές οι προφασισμένες, δήθεν αιτίες για τις σφαγές". Θα μπορούσαμε να το πούμε "η κατ' επίφασιν/προσχηματική/δήθεν αιτία". Στις άλλες ευρέσεις, το προφασισμένος ήταν αντί του "προφασιζόμενος". Επίσης, αλλού ήταν τυπογραφικό λάθος αντί του προαποφασισμένος ("προφασισμένη επίθεση εναντίον του Ιράκ"), και τέλος υπήρχε μία άστοχη χρήση του προφασισμένος με την έννοια του "παίρνοντας αφορμή": "Προφασισμένος απο το "10 χρόνια πριν" και τους χρήστες που ανέφεραν μηχανήματα πριν το 98 αποφάσησα να γράψω το συγκεκριμένο thread {σ.σ.: με τίτλο "20 χρόνια πριν"} για τους ρομαντικούς των υπολογιστών"

Βλέπουμε επίσης ότι το αφηγημένο του Μπουκάλα είναι παλιό: ιστορίες διηγημένες, λέει η Γραμματική του 1941.

Παρακάτω, στην παράγραφο 814, η Γραμματική λέει:

Αντίθετα με τα παραπάνω μερικοί μεταχειρίζονται τ' αποθετικά ρήματα και σε παθητική έννοια: τα καπνά επεξεργάστηκαν φέτος κακά, τα σακιά που προμηθεύτηκαν από την αγορά. Όσο και αν η χρήση ανταποκρίνεται σε μιαν ανάγκη, δεν τη δέχεται εύκολα το γλωσσικό μας αίσθημα και είναι καλό ν' αποφεύγεται.

Ας υποθέσουμε καταρχήν ότι το προμηθεύτηκαν του παραπάνω παραδείγματος έχει για υποκείμενο όχι ένα (αφανές) κάποιοι, οπότε όλα θα έβαιναν καλώς, αλλά τα σακιά. Υποθέτω ότι αυτό κάπως θα προέκυπτε από τα συμφραζόμενα του κειμένου-πηγή, απ' όπου το πήρε η Γραμματική. Έστω και έτσι, όμως, το προμηθεύομαι δεν είναι αποθετικό ρήμα, αφού έχει και ενεργητική φωνή, αλλά ρήμα παθητικής φωνής και μέσης διάθεσης (παράγρ. 802), και επιπλέον με αντικείμενο σε ατιατική· εάν δε αναπτύξουμε τη διάθεσή του, το αντικείμενο αυτό γίνεται προσδιορισμός που εισάγεται με το με: προμηθεύτηκα δύο τενεκέδες λάδι = προμήθευσα τον εαυτό μου με δύο τενεκέδες λάδι, ή πάλι προστίθεται έμμεσο αντικείμενο: προμήθευσα στον εαυτό μου δύο τενεκέδες λάδι.

Τέλος, υπάρχουν τα αποθετικά με αλληλοπαθή έννοια: Οι δυο τους γνωρίστηκαν και ερωτεύτηκαν τρελά (=αγαπήθηκαν τρελά, ερωτεύτηκαν τρελά ο ένας τον άλλον).

Παρακάτω ο Μπουκάλας περνά σε άλλο θέμα. Λέει:

Ενα παραπλήσιο πρόβλημα υποδεικνύει η «τροπή» ρημάτων από αμετάβατα σε μεταβατικά.

Και αναφέρει παραδείγματα: το διέρρευσαν· λήξ' το [ενν. το ματς (φωνάζουν οι φίλαθλοι στο διαιτητή)], να τη λήξουμε εδώ τη συζήτηση· να επικοινωνήσουμε το πρόγραμμά μας· δεν το απάντησε κανένας.

Η λέξη "τροπή" μου φαίνεται κάπως ανακριβής. Τροπή θα είχαμε αν τα ρήματα αυτά γίνονταν από αμετάβατα μεταβατικά. Στην πραγματικότητα, όμως, απλώς γίνονται και μεταβατικά. Να πώς τα χαρακτηρίζει η προαναφερθείσα Νεοελληνική Γραμματική (της Δημοτικής), στην παράγραφο 804 (η υπογράμμιση δική μου):

Αμετάβατα ρήματα που συνηθίζονται και ως μεταβατικά είναι: ακουμπώ, βράζω, καμαρώνω, κατεβαίνω, μεθώ, ξυπνώ, παίζω, περνώ, πετώ, πηδώ, χορεύω κ.ά.

Να προσθέσω εδώ το αγαπημένο μου: αυτοκτονώ -> τον αυτοκτόνησαν, και, με την ευκαιρία, ένα αποθετικό που απόχτησε ενεργητική φωνή: τον παραίτησαν.