Κυριακή, Μαΐου 24, 2009

Kitsch is cool, 1

Ο γλυκύ μου έαρ...

Μέσα στις Ανοιξιάτικες μυρωδιές του Απριλιο-Μάη και κάτω από τις ανθισμένες κερασιές, κουτσουπιές, ακακίες και όλων των άλλων δένδρων και αγριολούλουδων, γιορτάστηκε και φέτος αισίως η μεγάλη της Χριστιανοσύνης γιορτή, η Ανάσταση του Κυρίου.

Πλήθος κόσμου, ξενιτεμένοι και επισκέπτες, τόσο τη Μ. Βδομάδα όσο και την Ανάσταση επισκέφθηκαν τα χωριά να γιορτάσουν, απλά και κατανυκτικά μέσω συγχωριανών, συγγενών και φίλων την Ανάσταση. Τα ξενοδοχεία γεμάτα, αλλά και στα σπίτια του χωριού πολλοί φίλοι φιλοξενούμενοι.

Το έθιμο του Λαζάρου με τα τραγούδια και τα στολισμένα καλάθια τηρήθηκαν και φέτος κατά γράμμα και με λουκουμάκι στο τέλος, προσφορά της Εκκλησίας. Τα Πάθη τραγουδήθηκαν μέσα στο χαγιάτι της Αγ. Παρασκευής λόγω βροχής. Και η βροχή "δεν έλεγε" να σταματήσει και η περιφορά του επιταφίου έγινε μέσα στο ναό!

Μελωδικά έψαλλαν οι χορωδίες τα εγκώμια του επιταφίου θρήνου και την ώρα που ο ιερέας έψαλλε το "έραναν τον τάφο" κοριτσάκια ντυμένα πένθιμα, με τα καλαθάκια έραναν τον τάφο, όπως οι μυροφόρες. Και περνώντας η βραδιά όλοι περίμεναν με χαρά την επόμενη μέρα, τη νύχτα της Αναστάσεως.

Στις 10:30 για μισή ώρα κατά το έθιμο, χτυπούσε η καμπάνα χαρμόσυνα.

Παρ' ότι δεν είναι και εύκολη υπόθεση το δίπλωμα της καμπάνας πολλοί ήταν αυτοί και μάλιστα νέοι, που θέλησαν να χτυπήσουν την καμπάνα σ' αυτό το πανύψηλο πέτρινο καμπαναριό παίρνοντας μια ικανοποίηση ότι τα κατάφεραν και ότι κρατούν το έθιμα στα χέρια τους με αυτό το δυνατό, αλλά γλυκό χτύπημα, που καλούσε όλους στο προσκύνημα στον μεγαλοπρεπή ναό της εκκλησίας.

Η βραδιά της Ανάστασης, με ξαστεριά και οι λαμπάδες φώτισαν όλο το προαύλιο χώρο της Εκκλησίας αλλά και την πλατεία, σ' ένα όμορφο και γιορταστικό περιβάλλον, όπου είχε στηθεί εξέδρα για να ψάλλει "ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ" από τον πρεσβύτερο και από την χορωδία των ψαλτών και να επαναλάβουν οι εκκλησιαζόμενοι δίνοντας την αίσθηση μιας χιλιόστομης χορωδίας εν μέσω βαρελότων που εκσφενδονίζονταν στον ουρανό και έσκαζαν φωτίζοντας όλο το χώρο.

Αρκετοί ήταν αυτοί που κάθισαν μέχρι το τέλος της Πασχαλινής λειτουργίας μόνο που τα κόκκινα αυγά που έβαψαν οι γυναίκες για την εκκλησία δεν έφτασαν για όλους ενώ τα κουλούρια περίσσεψαν κάτι που ακούστηκε ως παράπονο από τα χείλη του Παπά. Το τραπέζι με την μαγειρίτσα ήταν στρωμένο σχεδόν σε όλα τα σπίτια και τις ταβέρνες.

Ο οβελίας, κατά το έθιμο, ψήθηκε στη σούβλα στα περισσότερα σπιτικά, και αρκετοί προτίμησαν το ψήσιμο και στη γάστρα, ενώ στήθηκε χορός σε πολλά σπίτια με άφθονο κρασί και τσίπουρο.

Η Δευτέρα του Πάσχα και η Τρίτη ήταν μέρες για τα εξωκλήσια Αγ. Γεωργίου και Αγ. Νικολάου στα οποία παραβρέθηκε αρκετός κόσμος.

Το Καγκελάρι της Τριτολαμπρής καλό με το κόκκινο μαντήλι για τον πρώτο και ακολούθησε πανηγυράκι στην ταβέρνα της Πλατείας με το συγκρότημα του Β. Γεραγόρη και στον Γ. Λάμπρη με το συγκρότημα του Ηλία Πλαστήρα.

Και του χρόνου, να είμαστε καλά.
Χριστός Ανέστη
Χρόνια Πολλά

ΣΑΛΑΟΥΝΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ
Αντ/δρος Συνομοσπονδίας

από τη
Φωνή Πανβορειοηπειρωτικής
έκδοση Πανβορειοηπειρωτικής Συνομοσπονδίας απανταχού Βορειοηπειρωτών και φίλων Ελλήνων
Μάρτιος-Απρίλιος 2009, αρ. φύλλου 12

(Για την ακριβή αντιγραφή, Κ.Κ.)

Κυριακή, Μαΐου 03, 2009

Μουτζουρώνοντας την Τζοκόντα

Η Αλεξία Κουλούρη, της εκπομπής “Τι λέει ο νόμος” του καναλιού της Βουλής, πήρε συνέντευξη από την Ειρήνη Παπά, η οποία σπάνια δίνει συνεντεύξεις, όπως μας πληροφόρησε, ευχαριστώντας την, η δημοσιογράφος. Και αντί να εκμεταλλευτεί τη (σπάνια) ευκαιρία για συζήτηση ουσίας με την έξοχη αυτή γυναίκα, η κα Κουλούρη έθεσε ερωτήματα και έκανε δηλώσεις όπως οι παρακάτω. Όπως θα δείτε, η Ειρήνη Παπά δεν της χαρίστηκε στο διάλογο μαζί της, έναν διάλογο κουφών· ελέγχεται ωστόσο, γιατί δεν φρόντισε να ελέγξει πρώτα το επίπεδο ανεγκεφαλίας της δημοσιογράφου, ώστε να αρνηθεί να συμμετάσχει σ’ αυτό το καρακατιναριό:

Έχετε ένα έντονο μεσογειακό ταμπεραμέντο.

Έχετε απωθημένα;

—Η μεγαλύτερη αξία; —Η αλήθεια. —Και τη λέγατε πάντα και την εισπράττατε πάντα;

Σας έχουν δώσει πολλά βραβεία. Το ζητούσατε αυτό; το θέλατε;

—Αυτό [το βραβείο που της απένειμε η Βουλή] σας γέμισε. —Δεν ήμουν άδεια…

Παίξατε σε ταινίες-σταθμός, όπως το Ζήτα.

—Υπήρξατε η Μούσα του [του Μιχ. Κακογιάννη]. —Δεν υπάρχουνε Μούσες.

Πρωταγωνιστήσατε σε ταινίες οι οποίες βγάλανε τη χώρα εκτός συνόρων: Ζορμπάς. Δεν έδειξε τη χώρα μας; Τις ομορφιές της;

Εσείς, τι σχέση έχετε με τα χρήματα; —[Δεν τα αποθησαυρίζω,] Τα πετάω. —Τα αξιοποιείτε.

Η πολιτική τι σας λέει; Θα μπορούσε να σας γοητεύσει;

Κάποια στιγμή η Παπά τής λέει πως ένας σκηνογράφος ή κάτι τέτοιο σκέφτεται, και της ίδιας της αρέσει η ιδέα, να φτιάξουν έναν χώρο στη μέση, όπου θα είναι καθισμένοι οι θεατές και θα περιστρέφονται. Και η Κουλούρη σχολιάζει: "Περιστρεφόμενη σκηνή". "Όχι, της λέει η Παπά, οι θεατές θα περιστρέφονται".

Και λοιπά και λοιπά. Για δε το Σχολείο, της οδού Πειραιώς, ακούσαμε λίγα και κυρίως ανούσια πράγματα, και είδαμε ακόμα λιγότερα πλάνα. Πάσχιζε η καημένη η Παπά να μιλήσει γι’ αυτό, και για το ερμηνευτικό ήθος στο αρχαίο δράμα, αλλά η άλλη το χαβά της. Ταγμένη αγωνιστικά και αταλάντευτα στη σχολή Στάη-Χατζηνικολάου. Καθώς νωρίτερα είχα παρακολουθήσει στο ίδιο κανάλι την έξοχη γαλλική ταινία για τον Μωρίς Μπεζάρ, δεν μπόρεσα να μη νιώσω στο πετσί μου, την ίδια την ώρα που ατένιζα αυτή την ωραία Ελληνίδα, τη δυστυχία του να είσαι Έλληνας. Γι’ αυτό πήρε κι αυτή των ομματιών της κι έφυγε…

Μεταφραστικά σημεία και τέρατα, 2

Έχω ξαναασχοληθεί με τους πανάθλιους υποτίτλους που συχνά-πυκνά (ευτυχώς, όχι πάντα) κοσμούν τις ταινίες στο κανάλι της Βουλής. Και καθώς οι ταινίες του καναλιού απευθύνονται συχνά σε εγκεφάλους με νιονιό, τα αποτελέσματα είναι δυο φορές πιο καταστροφικά. Στην ταινία του Ροσελίνι Cartesius, μέσα σε λίγα λεπτά μπορούσες να διαβάσεις τα ακόλουθα:

η Λατέα (la Via Lattea = ο Γαλαξίας)

μας εμφανίζεται μ' ένα νεφέλωμα ( = σαν νεφέλωμα)

Ο γαλαξίας εμφανίζεται σαν βυρσοδεψείο αναρίθμητων αστέρων (la Galassia è infatti apparsa come una congerie di innumerevoli stelle) [μπέρδεψε το congèrie = σωρός, με το concerìa = βυρσοδεψείο· όσο για το κριτήριο του κοινού νου, αφήστε το καλύτερα…]

ως το τέλος του κόσμου (fin dalle origini del mondo = από τις απαρχές του κόσμου)

Ο υπεύθυνος βιβλιοθήκης του κολεγίου στο οποίο σπουδάζει ο νεαρός Καρτέσιος τον νουθετεί, λέγοντάς του πως τα παράξενα και αποκλειστικώς επιστημονικά βιβλία που του ζητάει να του δώσει από τη βιβλιοθήκη πρέπει να συνοδεύονται με διαβάσματα βιβλίων ηθικής, θεολογίας, φιλοσοφίας κλπ. Ο Καρτέσιος του απαντά, σύμφωνα με τον/την υποτιτλιστή/στρια:

Μα δεν με ενθουσιάζουν οι επιστήμες (ma non mi interessano tali scienze = αυτές οι επιστήμες).

Να λοιπόν που ο Καρτέσιος τελικά δεν είχε ενθουσιασμό για “τις επιστήμες”. Άντε μετά να δείς έργο. Η κακοποίηση φτάνει και ξεπερνά τα όρια του ιδιαζόντως ειδεχθούς βιασμού.

Εννοείται ότι αυτά τα μάζεψα μέσα σε 5 λεπτά. Η ταινία διαρκεί 1 ώρα και. Ποιος έχει όμως χρόνο (και στομάχι) για να κάτσει να μαζέψει όλα τα ανοσιουργήματα; Εξ όνυχος τον λέοντα. Σταματώ λοιπόν.

Επιμέλεια υποτιτλισμού: Videopress

Απόδοση - προσαρμογή: TITRANNA Ltd.

Δεν ξέρω ποιος ευθύνεται απ’ τους δυο. Η δε ανωνυμία, τι χυδαία!

Ο Μπεζάρ και το παζάρι του θανάτου

Είδα χτες μια ταινία από το κανάλι της Βουλής, με θέμα τη ζωή και το έργο του Μωρίς Μπεζάρ. Καταπληχτική, όπως και ο ίδιος ο Μπεζάρ. Η μετάφραση επίσης ήταν, περιέργως --λυπάμαι που λέω "περιέργως"--, μια χαρά. Λοιπόν στο τέλος ο Μπεζάρ σεργιανάει στις Κατακόμβες με τις 8000 μούμιες του Παλέρμου, μούμιες όλων των ηλικιών και φύλων, ντυμένες με διάφορα, απλά και μη, ρούχα. Σεργιανώντας, φιλοσοφεί περί θανάτου. Λέει:
Κοιτάξτε! Ποιος γλύπτης μπορεί να φανταστεί κάτι τέτοιο; Ίσως ο Μπέικον. Αν ήμαστε στη Γερμανία, όταν άνοιξαν τα στρατόπεδα θανάτου, δε θα το αντέχαμε. Όμως εδώ έχουμε την εντύπωση ότι όλα είναι γαλήνια. Μήπως επειδή οι άνθρωποι πέθαναν στα σπίτια τους, στη γη τους; Ενώ στο Μπούχενβαλντ μετέφεραν τον κόσμο σε αποκρουστικά μέρη, όπου βρήκαν φριχτό θάνατο. Όμως εδώ νιώθουμε γαλήνη. Είμαστε συμφιλιωμένοι με το θάνατο... Και παράλληλα, γιατί φοβόμαστε το θάνατο; Φοβόμαστε κάτι που μπορούμε να αποφύγουμε. Όμως δεν μπορούμε να αποφύγουμε το θάνατο. Όταν έκανα τα "Παραμύθια του Χόμφαν", του Όφενμπαχ, ήθελα να εμφανίσω τους ήρωες σαν ζωντανούς νεκρούς που είναι εκφραστικοί και τρομεροί. Είναι μια καρικατούρα του θανάτου, πολύ βίαιη και γελοία ταυτόχρονα. Είναι πολύ συγκινητικοί έτσι που επιθυμούν να συνεχίσουν να υπάρχουν... Όμως ακόμη και το γεγονός ότι δημιουργείς έναν ρόλο και μετά εξαφανίζεσαι είναι σαν να υποδύεσαι ένα ρόλο σε μια ταινία. Εμφανίζεσαι, γίνεται το γύρισμα και όλα τελειώνουν.

Και οι σκέψεις του αυτές με έφεραν στο θέμα που συζητιέται αυτό τον καιρό, στην έκθεση Bodies, στο Γκάζι. Ξανά:
Αν ήμαστε στη Γερμανία, όταν άνοιξαν τα στρατόπεδα θανάτου, δε θα το αντέχαμε. Όμως εδώ έχουμε την εντύπωση ότι όλα είναι γαλήνια. Μήπως επειδή οι άνθρωποι πέθαναν στα σπίτια τους, στη γη τους; Ενώ στο Μπούχενβαλντ μετέφεραν τον κόσμο σε αποκρουστικά μέρη, όπου βρήκαν φριχτό θάνατο.

Και πράγματι, η πιο βάσιμη ένσταση γι' αυτή την έκθεση αφορά την προέλευση των πτωμάτων. Από τις κινέζικες φυλακές. Χωρίς τη συγκατάθεση, τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια, κανενός: του καταδίκου, της οικογένειάς του. Να κι ένα απόσπασμα από συνέντευξη στο Papiers de Chine του Κινέζου συγγραφέα Γιου Χουα (Yu Hua), που πριν πιάσει τη γραφομηχανή ήταν οδοντογιατρός για πέντε χρόνια:
Το 1980, πήγα στις φυλακές τού Νίνγκμπο (Ningbo). Είχε εκτελεστεί ένας άντρας 22 ετών. Κι έτρεχαν γιατροί απ' όλη τη χώρα, να πάρουν άλλος τα μάτια, άλλος το δέρμα· εγώ είχα πάει να πάρω τη σιαγόνα, τη χρειαζόταν ένας από τους ασθενείς μου. Το σώμα κομματιάστηκε τελείως.

Αυτά. Όσο για τα άλλα, ότι έτσι κι αλλιώς το όλο εγχείρημα συνιστά απανθρωποποίηση του ανθρώπινου σώματος και θυμίζει Άουσβιτς, και ότι ο εμπνευστής της έκθεσης έκανε, άκουσον άκουσον, την πρώτη δημόσια νεκροτομή μετά από 200 χρόνια, νομίζω ότι είναι υπερβολικά, κατά το ότι δεν πρέπει να θέλουμε να επιβάλουμε στους άλλους τις δικές μας --σεβαστές και ενδιαφέρουσες-- φιλοσοφικές απόψεις για τέτοια ζητήματα. Ούτε η επίκληση του σκεπτικού του Γάλλου δικαστή, ο οποίος απαγόρεψε την έκθεση επειδή απανθρωποποιεί κλπ., με έπεισε. Στο εφετείο, όπου οδηγήθηκε η υπόθεση, η --ορθή, ορθότατη-- απαγόρευση στηρίχτηκε μονάχα στην αδυναμία απόδειξης ότι τα πτώματα χρησιμοποιήθηκαν με τη συγκατάθεση των νεκρών πριν πεθάνουν, ή έστω των οικογενειών τους. Η δε ατάκα του εμπνευστή της έκθεσης, ότι τότε θα πρέπει να απαγορευτεί η έκθεση και όλων των μουμιών που κοσμούν τα μουσεία, δεν είναι χαζή. Γιατί να μπορεί ο Μπεζάρ να κυκλοφορεί ανάμεσα σε 8000 μούμιες; και ας θυμηθούμε και την υπόθεση με τα οστά εκείνου του Ινδιάνου, που η φυλή του τα διεκδίκησε από την "επιστήμη", και τα κέρδισε, γιατί έπεισε το δικαστήριο ότι γι' αυτούς τα οστά ήταν πολύ πιο ιερά απ' ό,τι για την κυρα-Επιστήμη. Υπάρχει δηλαδή ψωμί εκατέρωθεν στην υπόθεση. Και οι δύο πλευρές έχουν επιχειρήματα. Ο μέγιστος κοινός παρονομαστής, λοιπόν, ας είναι η συγκατάθεση των νεκρών πια ατόμων ή των οικογενειών τους στο να εκτεθούν τα σώματά τους μεταθανάτια, και τίποτα παραπάνω. Γιατί αλλιώς πάμε κατευθείαν σε λογοκρισία. Δεν μπορεί από τη μια να διαμαρτυρόμαστε που κάποιοι κατέβασαν τη φωτογραφία με τους εκσπερματώνοντες προς το Σταυρό φαλλούς, και από την άλλη να διεκδικούμε την κατάργηση κάθε είδους έκθεσης με πτώματα, ακόμη και αν οι νεκροί είχαν δώσει τη συγκατάθεσή τους.