(Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης – Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο, 1998 -- 251 σελ.)
Διηγείται τα του παππού τού παππού του, Φιλικού Αναγνώστη Κοπανίτζα (1755-1839), που ανήκε σε μιαν από τις κύριες οικογένειες προεστών του Μυστρά (μαζί με τους Κρεββατάδες και τους Μελετόπουλους). Λέει δε για τον παππού του, Ηλία Στέφανου Κοπανίτζα: «Είμαι από τους λίγους που ζουν και μπορούν να πουν ότι ο παππούς τους γεννήθηκε πριν από την Επανάσταση του ‘21».
Το βιβλίο ξεκινά μ’ ένα εισαγωγικό κεφάλαιο με τίτλο «Ουαί τοις ηττημένοις», όπου αφηγείται το τέλος των Παλαιολόγων δεσποτών του Μοριά:
Ο Μωάμεθ εξανάγκασε τον ανθενωτικό Δεσπότη του Μυστρά Δημήτριο Παλαιολόγο να του δώσει την κόρη του γυναίκα. Το 1460 ο Σουλτάνος ζήτησε από το Δημήτριο να του παραδώσει τον τόπο, και σε αντάλλαγμα θα του χάριζε άλλον τόπο προς σιτηρέσιον υμών και ζωάρκειαν. Εκείνος συμμορφώθηκε και στη συνέχεια έζησε «άνετα στην Αδριανούπολη παίρνοντας μέρος των προσόδων από την Ίμβρο, τη Λήμνο, τη Σαμοθράκη και τη Θάσο. Έπειτα έπεσε σε δυσμένεια και πέθανε το 1467 στο Διδυμότειχο.»
Ο Θωμάς, πάλι, ενωτικός, «διέφυγε με την οικογένειά του διαμέσου της Μεθώνης και κατέφυγε στη Ρώμη». Πέθανε το 1465, αφήνοντας ορφανά τα παιδιά του, Ανδρέα και Μανουήλ, ηλικίας περίπου δέκα και δώδεκα ετών. Χρήματα δεν υπήρχαν και ο νέος πάπας δεν ήταν γενναιόδωρος. Έτσι, ο προστάτης τους Βησσαρίων έγραψε στον παιδαγωγό τους στην Αγκώνα να κάνουν σκληρές οικονομίες ώστε να τους φτάνουν τα τριάντα δουκάτα το μήνα που τους διατίθονταν. Ότι είναι χρεία να ζώσι λατινικώς, ώσπερ εβούλετο και ο μακαρισμένος πατήρ των, [...] να γίνουν καλά και πεπαιδευμένα, αν θέλετε να έχουν τιμήν εδώ, να ζουν φράγγικα παντελώς, ήγουν να ακολουθούσι την εκκλησίαν κατά πάντα ως Λατίνοι, να ενδύνωνται λατινικώς, να μάθουν να γονατίζουν τους υπερέχοντας και πάπαν και καρδιναλίους και τους άλλους αυθέντας, να αποσκεπάζωνται το κεφάλι τους [...] και μηδέν ενθυμούνται ότι είναι βασιλέως απόγονοι, αμή ας ενθυμούνται ότι είναι διωγμένοι από τον τόπον των, ορφανοί, ξένοι, ολόπτωχοι, ότι είναι χρεία να ζουν από ξένα χέρια [...] ότι είναι χρεία να ζουν από ξένα χέρια [...] να μη ενθυμούνται ότι είναι ευγενικοί [...] να μη γελώσι ποσώς [...]. Ο μικρότερος, ο Μανουήλ, «γρήγορα εγκατέλειψε την Ιταλία και κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, στον Σουλτάνο. Απέκτησε δύο παιδιά. Το ένα πέθανε νέο. Το άλλο έγινε μουσουλμάνος, τελειώνοντας τις ημέρες του ως Μεχμέτ Πασάς.
Η μάταιη αμφιταλάντευση ανάμεσα στην ελπίδα ξένης βοήθειας και το συμβιβασμό χρωμάτισε την ελληνική ιστορία και κατά τους αιώνες που ακολούθησαν. Τη λύση την έδωσε τελικά η Επανάσταση.»
[Γεωγραφικά:
Οικισμοί Βορδώνιας (=σταθμός μουλαριών· πβ. και βορδοναριό, δηλ. στάβλος, στα μοναστήρια): Σουλίνα, Όραχος, Πάνω Χώρα, Παρδάλι. Μαζί με τη Σελλασία είχε επί Καποδίστρια περισσότερους κατοίκους από το Μυστρά-Παρόρι (450+238 έναντι 604+463). Από τη Βορδώνια ήταν ο Παναγιώτης Ζωγράφος, ο εικονογράφος δηλ. του Μακρυγιάννη. Ωστόσο, πάντα ο Μυστράς υπήρξε η πρωτεύουσα του καζά.
Στην κοίτη του ξεροπόταμου Οινούντος έγινε η μάχη της Σελλασίας, του 222 π.Χ.
Μυστράς: συνοικία Τριτζέλα, κοντά στην εκκλησία του Αϊ-Γιώργη (για ένα διάστημα τζαμί).
Η βυζαντινή Σπάρτη ενδέχεται να υδρευόταν από την πηγή Βιβάρι, της περιοχής άλλοτε Βορδώνιας, νοτίως της σημερινής Τελιάδας ή Ντελή-Αγά, τα δε έργα ίσως έγιναν επί Οσίου Νίκωνος του Μετανοείτε.
Ο Μυστράς εκκαθαρίστηκε απ’ όλη τη μεταβυζαντινή του ιστορία, με αποτέλεσμα σήμερα να είναι ό,τι και η Ακρόπολη της Αθήνας: ένας ‘ιστορικά αποκαθαρμένος’ τόπος. Το μόνο μνημείο της Τουρκοκρατίας είναι ο Άγιος Νικόλαος, του 17ου αιώνα. Έχω γράψει αλλού για τη μετονομασία της Τουρκοκρατίας σε Μεταβυζαντινή περίοδο, όχι μόνο για τη θρησκευτική τέχνη αλλά και γενικότερα.]
«Ο Μυστράς παράγει μόνο μετάξι και το καλό κρασί βρίσκεται στη Βορδώνια, τρία μίλια από εδώ» (περιηγητής Saverio Scrofani, 1795). «Αυτό το μέρος και η Καλαμάτα παράγουν περισσότερο μετάξι απ’ όλα τ’ άλλα μαζί τα μέρη του Μοριά» (περιηγητής Bernard Randolph, 17ος αιώνας).
Το όνομα Κοπανίτζας ή Κοπανίτσας συσχετίζεται με τοπωνύμια: Κτήμα Κοπανίτσα, Πάνου ή Άνω Κοπάνιτσα (νυν Κρυονέρι επαρχίας Ολυμπίας νομού Ηλείας), Κάτω Κοπάνιτσα (νυν Καρυές επαρχίας Τριφυλίας νομού Μεσσηνίας). Το όνομα μνημονεύεται το 1689 και το 1700 (Βενετοκρατία), ως Copanizza, στην περιοχή Φαναρίου.
Η πρώτη Τουρκοκρατία στο Μοριά αναφέρεται ως περίοδος μεγάλης δημογραφικής πτώσης (από 250.000 σε 100.000). Η Β’ Βενετοκρατία (1685-1715), ως περίοδος ανακατοίκησης (από άλλες περιοχές), έτσι ώστε το 1701 ο πληθυσμός ν’ ανέβει στις 200.000, αλλά παράλληλα η διοίκηση περιγράφεται ως καταπιεστική και οικονομικά επαχθής (λόγω και των οχυρωματικών έργων). Ο Κανέλλος Δεληγιάννης λέει πως «οι προκριτώτεροι» ευνόησαν την ανακατάληψη του Μοριά από τους Τούρκους, το 1715. Η Β’ Τουρκοκρατία περιγράφεται ως «Καλός Καιρός», χάρη στο διάταγμα Χάτι Χουμαγιούν, που έδωσε στο Μοριά μεγάλη αυτονομία και άνθησε το εμπόριο. Από το 1764 όμως και μετά τα πράγματα άλλαξαν, γιατί υπήρξαν επαναστατικά σχέδια και αντίστοιχα αντίποινα από τους Τούρκους. Σε αυτά περιλαμβάνεται και η εκτέλεση του Μητροπολίτη Λακεδαίμονος Ανανία, «προς της Αγίας Τραπέζης εν Μυστρά», όπου «προσευχόμενος εκρεουργήθη ανηλεώς», ενώ σήμερα το σημείο που επισημαίνεται στον επισκέπτη του Μυστρά είναι στην εξωτερική παρειά του περιβόλου της Μητρόπολης.
«Για το τέλος του 18ου αιώνα ο πληθυσμός του Μυστρά υπολογιζόταν από 15 έως 18 χιλιάδες, όσος περίπου της Τριπολιτσάς (15 έως 20 χιλιάδες).» [Πώς τότε λέγεται πως στη σφαγή της πόλης, το 1821, υπήρξαν 30.000 θύματα;]
«Ο πληθυσμός της Πελοποννήσου στα χρόνια της Επανάστασης ήταν –σύμφωνα με τον πίνακα που ετοίμασαν οι πρόκριτοι, επί Καποδίστρια, ύστερα από αίτημα των Συμμαχικών Δυνάμεων— 471.000 χριστιανοί και 42.750 Τούρκοι για όλες τις επαρχίες και πρώτη την επαρχία Μυστρά και Πραστού με 60.000 χριστιανούς και 6.000 Τούρκους. Ακολουθούν τα Καλάβρυτα (40.000 χρ. και 450 Τούρ.), η Καρύταινα (40.000 χρ. και 200), η Γαστούνη με Πύργο και Λάλα (40.000 και 5.000), η Κόρινθος και τα Δερβενοχώρια (38.000 και 2.000), η Μάνη (30.000 χρ.), η Πάτρα και το Ρίο (30.000 και 3.500) κι έπειτα οι άλλες μικρότερες επαρχίες.» Δηλ., χοντρικά λιγότερο από δέκα προς έναν. Είχε βέβαια μεσολαβήσει ο Αγώνας, με τις σφαγές και τη μαζική αποχώρηση Τούρκων, αλλά και οι «δεκάδες χιλιάδες» χριστιανοί θύματα της καταστολής της Επανάστασης του 1770. «Τα Ορλοφικά αποτέλεσαν ορόσημο για την παρακμή της Πελοποννήσου και την ακμή των νησιών» (με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, του 1774).
Με την παραπάνω απογραφή θέλω να συσχετίσω το εξής πολύ ενδιαφέρον:
Το 1806 οι Έλληνες προύχοντες «κατόρθωσαν να πείσουν, μέσω του γέρου Ιωάννου Δεληγιάννη (πατέρα του Κανέλλου), τους Τούρκους της Πελοποννήσου να δεχτούν και να υπογράψουν με τους Έλληνες συμφωνητικό ότι Έλληνες και Τούρκοι θα καλούσαν τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, θα τον βοηθούσαν να υποτάξει την Πελοπόννησο και θα αποτίναζαν τον οθωμανικό ζυγό. Η διοίκηση της Πελοποννήσου θα ακολουθούσε το πρότυπο των κρατών που υπέταξε ο μέγας αυτός αρχηγός που τους παρεχώρησεν όλας τας ελευθερίας και κυβερνώνται μόνα τους, χωρίς να ανακατευθή εις τα θρησκευτικά κανενός ή εις τας ιδιοκτησίας των οποιασδήποτε θρσκείας και αν είναι [...]. Θα σχηματίσωμεν, είπε ο γέρο-Δεληγιάννης, μίαν εταιρίαν, να θέσωμεν τους όρους με τους οποίους θα ζήσωμεν ως αδελφοί μιας οικογενίεας [...]. Να είναι ισότης εις τους Τούρκους και τους Χριστιανούς να έχουν την διοίκησιν του τόπου αμοιβαίως εις όλους τους κλάδους της υπηρεσίας, δύο οι Χριστιανοί και έν οι Τούρκοι.
Το συμφωνητικό υπέγραψαν το 1807 εξέχοντες Τούρκοι της Πελοποννήσου, οι Μουσταφάμπεης, Απτάγμας δευτέρ Κεχαγιάς, Νακήπ εφένδης, Μαχμούτ εφένδης, και Έλληνες εκ των προκριτωτέρων και πρώτων, όπως ο Κοπανίτζας, οι Δεληγιανναίοι, ο Λόντος, ο Ζαΐμης, ο Χαραλάμπης και άλλοι. Κατόπιν κατηχήθηκαν και άλλοι. Μεταξύ αυτών ο περιβόητος Αλή Φαρμάκης Λαλιώτης, άνθρωπος με έξοχον νουν, με πολλήν φρόνησιν, σταθερός και πιστός εις την φιλίαν του, ακεραίου χαρακτήρος, ανδρείος και τολμητίας και πλούσιος. Το 1808 ο Βελή πασάς υποπτεύθηκε ότι κάτι συμβαίνει και κάλεσε τον Αλή Φαρμάκη με έναν άλλον εξέχοντα Τούρκο να πάνε στην Τριπολιτσά. Ο Αλή Φαρμάκης, κατά συμβουλή των Ελλήνων προυχόντων, δεν πήγε.»
Το σχέδιο αυτό της ελεύθερης Πελοποννησιακής Πολιτείας, στο οποίο είχε προσχωρήσει και ο Κολοκοτρώνης, τελικά ναυάγησε με την αποχώρηση των Γάλλων από τα Εφτάνησα το 1809 και τον ερχομό των Άγγλων (ο Αλή Φαρμάκης, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και άλλοι που είχαν πάει γι’ αυτό το σκοπό στη Ζάκυνθο συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στο φρούριό της).
Από τη μια εντυπωσιάζει το σχέδιο, παρά τις πολλές μαρτυρίες για τις άγριες διαθέσεις του πλήθους εναντίον άοπλων Τούρκων αιχμαλώτων το 1769, και από την άλλη ενδιαφέρον έχει η πρόταση να έχουν την διοίκησιν του τόπου αμοιβαίως εις όλους τους κλάδους της υπηρεσίας, δύο οι Χριστιανοί και έν οι Τούρκοι, παρά τη σχέση 10 προς 1 που καταγράφει η παραπάνω απογραφή των χρόνων του Καποδίστρια. Μου θυμίζει λίγο την Κύπρο...
«Ο Ι. Παπαρρηγόπουλος [Φιλικός, αντιπρόξενος και διερμηνέας του ρωσικού προξενείου Πατρών] συνάντησε τον Καποδίστρια στην Πετρούπολη. Όταν διάβασε, γράφει, το γράμμα των προκρίτων και των αρχιερέων, ο Καποδίστριας ενεπλήσθη υπό αλόγου θυμού και [...] μαινόμενος τού λέει: πρέπει να τους ειπής αυτών των απονενοημένων να εβγάλουν πάσαν ιδέαν επαναστάσεως από τον εγκέφαλόν τους και να μην έχουν ουδεμίαν ελπίδα υπερασπίσεως από την Ρωσίαν, μήτε υλικήν μήτε ηθικήν, αλλά μάλλον καταδρομήν [...] το ελληνικόν έθνος πρέπει πρώτον να φωτισθή δια συστάσεως σχολείων και μετά δέκα πέντε και είκοσι χρόνους εάν ευρεθή αρμοδία περίστασις και συμπέση κήρυξις πολέμου της Ρωσίας κατά της Τουρκίας, τότε θέλει φροντίσωμεν.
Ορισμένοι ομογενείς, όταν ο Παπαρρηγόπουλος τους εμπιστεύθηκε τι του είπε ο Καποδίστριας, τον συμβούλευσαν να μην δώσει σ’ αυτά καμιά προσοχή, αλλά να ετοιμαστούν και να προχωρήσουν με περίσκεψη στην Επανάσταση, να βοηθήσουν και να εμψυχώσουν με κάθε τρόπο την εξέγερση του Αλή-Πασά, και πρόσθεσαν ότι, αφού η Επανάσταση βαστάξει και προχωρήσει κάπως, οι Μεγάλες Δυνάμεις, θέλοντας και μη, θα λάβουν μέρος, λόγω της αντιζηλίας τους.»
Στην Οδησσό, ο Παπαρρηγόπουλος συνάντησε τον Υψηλάντη.
«Ο ένας ακούει έκπληκτος τον άλλο. Όσα έγραψαν ο Περραιβός και ο Αναγνωσταράς στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ότι υπάρχουν όπλα, στρατεύματα, χρήματα κλπ., είναι ανύπαρκτα. Ο Υψηλάντης έμεινεν εκστατικός. Με τη σειρά του πληροφόρησε τον συνομιλητή του ότι δεν υπήρχον [...] και όσα πάλιν διεφημίζοντο ότι υπήρχον εις την Ρωσσίαν, τον παρακάλεσε όμως να μη είπη εις τους Πελοποννησίους και λοιπούς ότι τα δια την Ρωσσίαν διαφημιζόμενα είναι ανύπαρκτα.»
Φτασμένος στο Μοριά, ο Παπαρρηγόπουλος «εξέφρασε την πεποίθηση ότι με τον καιρό ο χριστιανικός κόσμος θα συγκινηθεί και θα λάβει μέρος στη δίκαιη αυτή Επανάσταση.»
Η πεποίθηση αυτή άλλοτε επιβεβαιώνεται, άλλοτε όχι. Στον Αγώνα, επιβεβαιώθηκε. Στο Κόσοβο, επίσης. Στον ελληνικό Εμφύλιο, αντιθέτως, η πεποίθηση του ΚΚΕ για παρέμβαση της ΕΣΣΔ δεν επιβεβαιώθηκε. Αρμοδίαν περίστασιν, δε, θεώρησαν οι φιλεπαναστάτες, και μάλιστα μοναδική και τέτοια που δεν θα ξαναπαρουσιαζόταν ποτέ, την ανταρσία του Αλή Πασά, την οποίαν είχαν υποθάλψει και οι ίδιοι. Μάλιστα το Γενάρη του 1821 έφυγε από το Μοριά ο Μόρα Βαλεσής, Σαλήχ Κιοσέ Μεχμέτ πασάς, για να βοηθήσει τον Χουρσίτ στην πολιορκία του Αλή στα Γιάννενα, και άφησαν και οι δύο τα χαρέμια τους στην Τριπολιτσά.
«Ο [Κανέλλος] Δεληγιάννης αρνείται ότι ημείς [οι προύχοντες] επιστεύαμεν ότι η λεγομένη Εταιρία των Φιλικών ήταν αύτη η υποτιθετομένη υπερτάτη Αρχή και ότι απ’ αυτήν οδηγούμεθα και εις αυτάς τας διαταγάς επειθόμεθα και ότι αυτή δια των αποστόλων της ενήργησε το παν, και εξηπλώθη ο προσηλυτισμός εις όλους τους ορθοδόξους και ότι αυτή εκατόρθωσε και εκινήθη η Επανάστασις από τον λαόν, και ότι οι προύχοντες μη δυνάμενοι να την εμποδίσουν έλαβον ακούσιον μέρος εις αυτήν [...]. Είναι αληθινόν ότι οι προύχοντες και οι αριερείς της Πελοποννήσου παρεδέχθημεν και ησπάσθημεν και εγενήκαμεν μέλη της Εταιρίας αυτής, δια τον λόγον να πείθωμεν τους απλουστέρους της δευτέρας τάξεως ανθρώπους ή της τρίτης ότι υπάρχει μία υπερτάτη μυστηριώδης Αρχή και άγνωστος, εις την οποίαν να πειθώμεθα όλοι δια να τους πείσωμεν ότι αυτή σύγκειται από Έλληνας επισήμους άνδρας, και δεν είναι η Ρωσία, η οποία μας ηπάτησε πολλάκις και μας κατέστρεψε, καθότι τότε, αν εγνώριζαν ότι ήτο δάκτυλος ρωσικός, ουδείς ελάμβανε μέρος.»
Εντελώς αντίθετη, δηλαδή, άποψη. Η υποστήριξη της Ρωσίας παρουσιάζεται εδώ όχι επιχείρημα υπέρ της Επανάστασης αλλά ως αποτρεπτικός παράγοντας για την κήρυξή της. «Λέει όμως εδώ και άλλα ο Δεληγιάννης, μερικά απ’ αυτά άδικα και υβριστικά και αντίθετα προς τις σημερινές μας αξίες και αντιλήψεις.», ότι δηλ. οι Φιλικοί ήταν άνθρωποι ασήμαντοι, που δεν τους γνώριζε κανείς και δεν είχαν καμιάν υπόληψη. Και ο Καποδίστριας επίσης, πολλά έσουρνε των Φιλικών για το «απονενοημένο της μελετωμένης επιχειρήσεως». «Εντούτοις οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρίας, οι άνθρωποι που ο Καποδίστριας αποδοκίμασε και ο Δεληγιάννης έβλεπε αφ’ υψηλού, κατόρθωσαν ό,τι κανείς άλλος δεν θα τολμούσε, χρησιμοποιώντας με επιτυχία την πειθώ και τις μεσολαβητικές ικανότητες του εμπόρου. Αρχίζοντας σχεδόν από το μηδέν, πρόβαλαν στην Ελλάδα την ύπαρξη φανταστικής Αρχής και βοήθειας έτοιμης δήθεν στη Ρωσία, και από την άλλη μεριά διέδωσαν στους έξω ότι υπήρχε μια ογκώδης απελευθερωτική κίνηση στην Ελλάδα, που ζητούσε μόνο τον κατάλληλο αρχηγό. (Τηρουμένων των αναλογιών ήταν μια μέθοδος παρόμοια προς εκείνη που ενάμιση περίπου αιώνα αργότερα χρησιμοποίησαν με επιτυχία μερικοί εφοπλιστές. Διαθέτοντας το ελάχιστο δυνατό κεφάλαιο και περισσότερο το όνομά τους έκλειναν μακροχρόνιες χρονοναυλώσεις για πλοία που δεν είχαν κι έπειτα με βάση τις συμβάσεις αυτές χρηματοδοτούσαν από αμερικανικές ιδίως τράπεζες την αγορά ή τη ναυπήγηση των πλοίων που είχαν υποσχεθεί.)»
Οι Φιλικοί αποκαλούσαν καμήλες τα πλοία των Υδραίων και ελέφαντες του απαθούς το στόλο του Σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη.
Σύμφωνα πάλι με το Δημήτρη Λιθοξόο, η Φιλική Εταιρεία ήταν δημιούργημα του Καποδίστρια και όργανο του Ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών.
«Γράφει ο Ν. Σπηλιάδης: Αφ’ ού επληροφορήθησαν ότι ο Αρχιμανδρίτης ήταν ο κατά την Λακεδαίμονα κοινώς λεγόμενος και γνωριζόμενος Παπαφλέσας, ο Αναγ. Κοπανίτσας, προεστώς του Μιστρά, όστις τον εγνώριζεν, είπεν: ο Παπαφλέσας είναι; απολώλαμεν [χαθήκαμε].»
Οι Τούρκοι καλούν τους προκρίτους και τους αρχιερείς στην Τριπολιτσά.
«Από τον Μυστρά πήγαν οι εγκριτώτεροι, ο γέρων Κοπανίτζας και ο Μελέτης. Στο δρόμο προς την Τριπολιτσά, όταν έφθασαν στον Βρουλιά (Σελλασία), σκέφτηκε ο Μελετόπουλος να γυρίσει πίσω και θέλησε να πείσει και τον Κοπανίτζα. Αυτός όμως του απάντησε:» (...) «Άγιος ο Θεός, κερδίζομεν τον Παράδεισον, διότι αποθνήσκομεν δια την Αγίαν πίστιν του Χριστού, αφού μάλιστα εφάγαμεν το ψωμί μας [γιατί και οι δύο ήταν πάνω από εξήντα χρόνων]. Ο Μελετόπουλος πρόσθεσε: Ιδού όπου ευρήκα και έναν όστις θέλει να αγιάση ζωντανός. Ας υπάγωμεν λοιπόν εις Τρίπολιν, αφ’ ού εκεί είναι ο Παράδεισος, και οι Τούρκοι είναι άγγελοι, οίτινες θα παραλάβουν την ψυχήν μας. Και ούτως ώδευσαν εις Τρίπολιν, όπου ο μεν Μελετόπουλος απέθανε διαρκούσης της πολιορκίας, ο δε Κοπανίτσας επέζησε.»
«η Ελλάδα δεν έμαθε παρά αργότερα την έξοδο και το κήρυγμα του Υψηλάντη.»
Σύμφωνα με τον Κανέλλο Δεληγιάννη, οι φυλακισμένοι στην Τριπολιτσά αρχιερείς ήταν 8 και επέζησαν 2, οι δε φυλακισμένοι προύχοντες ήταν 11 και επέζησαν 3. Με το που αρχίζει η Επανάσταση, τα πράγματα έσφιξαν γι’ αυτούς, και τελικά κατέληξαν στο μπουντρούμι, όπου τους πέρασαν την κουλούρα στο λαιμό: «Ο Μούσα Κελεντζής ούτος βλέπων τον Κοπανίτζαν πλησιάσαντα και τον τράχηλον εκτείναντα, δια να βληθή η κουλούρα και εν αυτή να διαπερασθή η άλυσσος, είπε μεγαλοφώνως: ‘άπιστε Κοπανίτζα έστειλες τον κερατά Κρεββατά εις την Φραγκίαν και μας έφερε αυτά τα σίτελα και μίζελα, αλλ’ αύριον θέλει δοκιμάσετε τα επίχειρα της κακίας σας’.» [...] «Η ολκή αυτής ήταν οκάδες εκατόν ογδοήκοντα, άνευ των κουλούρων των επί τον τράχηλον ημών.» Την επομένη οι Τούρκοι εκτέλεσαν δεκαεφτά υπηρέτες τους.
«Λίγη παρηγοριά, σε όλο το διάστημα της φυλάκισής του, ο Ιωσήφ επίσκοπος Ανδρούσης είχε από ένα Ψαλτήρι κι ένα αντίτυπο της μετάφρασης του Φενελόν Αι Τύχαι του Τηλεμάχου, που είχε κρύψει στον κόρφο του ο Ιωάννης Περρούκας.»
Η φυλάκιση κράτησε 5 μήνες (17 Απριλίου – 23 Σεπτεμβρίου 1821). Ήταν δεμένοι όλοι μαζί χάρη στις κουλούρες, «ώστε, εάν τις των συνδεσμίων αυτών ή της πρώτης ή της δευτέρας σειράς εκινείτο δι’ οιονδήποτε λόγον, ηναγκάζοντο, ίνα κινηθώσι συγχρόνως και οι έτεροι δεκαεπτά θέλοντες και μη θέλοντες, της αλύσεως συμπαρασυρομένης».
«Πολλάκις ο Κιαμίλμπεϊς και λοιποί έδωσαν γνώμην να μας θανατώσωσι, γράφει ο Επίσκοπος Ανδρούσης, μάλιστα ο μουφτής έδωσε φετφά της σφαγής μας, όταν οι ειδικοί μας εθανάτωσαν τον γαμβρόν του [...], αλλ’ ο Μουσταφάμπεϊς, εκ παλαιών αιτιών, ανήρ κάλλιστος και ευνοϊκός εις τους χριστιανούς, εμπόδισε την απόφασίν των δια πολλών καταπειστικών λόγων. Οι ειδικοί μας αυτόν τον ευγενέστατον Τούρκον εθανάτωσαν εν Τριπολιτζά εις την ημέραν της πτώσεώς της πράξαντες έργον παράνομον.»
«Τον Σεπτέμβριο άρχισαν να πεθαίνουν ο ένας μετά τον άλλο.» Τους έφαγε ο τύφος. Πολλοί πέθαναν αμέσως μετά την απελευθέρωσή τους, πριν από την πτώση της πόλης και καθώς έβγαιναν απ’ αυτήν πάνω σε φορεία. Κάποιοι απελευθερώθηκαν από τους Τουρκαλβανούς, οι οποίοι είχαν κάνει χωριστή συμφωνία με τον Κολοκοτρώνη για να σωθούν. «Τα ονόματα των ομήρων είναι γραμμένα στην αναμνηστική στήλη της πλατείας Άρεως στην Τρίπολη.»
1822
«Ο Δράμαλης, μετά τα Δερβενάκια, ειχε υποχωρήσει προς την Κόρινθο. Η προσπάθεια των Ελλήνων στρεφόταν στο πώς να τον εμποδίσουν να επικοινωνήσει με τους Τούρκους των Πατρών και να ανανεώσει τις δυνάμεις του. Στρατιωτικά τμήματα από τη Λακεδαίμονα είχαν, μαζί με άλλους, καταλάβει θέσεις δυτικά της Κορίνθου, αποκόπτοντας την επικοινωνία του με την Πάτρα.»
Γενεαλογική παρεκβολή
«Ο Γεωργαντάς [Νοταράς, 1695-1711, προύχοντας της Κορίνθου] είχε πέντες γιους και τέσσερις κόρες.» [...] «Ένας από τους γιους του Γεωργαντά, ο μητροπολίτης Κορίνθου Μακάριος, ανακηρύχτηκε Άγιος» [...] «(Ο Άγιος Μακάριος μαζί με τον [Ναξιώτη] Άγιο Νικόδημο συνέλεξαν στο Άγιον Όρος και το 1782 εξέδωσαν στη Βενετία τη Φιλοκαλία, τη συλλογή κειμένων των Πατέρων της Εκκλησίας.)»
1825
«Στις 7 Φεβρουαρίου 1825 είχε υπογραφεί στο Λονδίνο με τον οίκο Ricardo η συμφωνία για το δεύτερο αγγλικό δάνειο, που εποκυρώθηκε στις 5 Απριλίου 1825 από το Εκτελεστικό Σώμα στο Ναύπλιο, δυνάμει διατάγματος με χρονολογία 13 Ιουλίου 1824. Το δεύτερο αυτό δάνειο ανεξαρτησίας, αν και απολύτως αναγκαίο για τη συνέχιση του Αγώνα, τροφοδότησε και τον εμφύλιο πόλεμο. Ήταν για ονομαστικό ποσό δύο εκατομμυρίων λιρών, ενώ το καθαρό ήταν 816.000 μόνον, και αυτές κακοξοδευμένες. Το πρώτο αγγλικό δάνειο ανεξαρτησίας (για 800.000 λίρες, καθαρό 297.000 λίρες) είχε συναφθεί στο Λονδίνο την 21η Φεβρουαρίου 1824. Αρχικά υπολογιζόταν ότι η σύναψη του δανείου θα γινόταν κατά τις 15 Οκτωβρίου 1823, πράγμα που εξηγέι και την ανάμιξη του λόρδου Βύρωνα σε θέματα οικονομικά. Ο λόρδος Βύρων ήταν ένας εκ των επιτρόπων του δανείου στην Ελλάδα καθώς και εκπρόσωπος της Φιλελληνικής Εταιρείας ή Επιτροπής του Λονδίνου (Greek Committee), που ιδρύθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1823, μετά τις πρώτες επιτυχίες του ελληνικού αγώνα για ανεξαρτησία. Σκοπός της Επιτροπής ήταν να βοηθήσει την επικράτηση του αγώνα.
Στην ομιλία του στις 3 Μαΐου 1823 στην Ταβέρνα του Στέμματος και της Άγκυρας (Crown and Anchor Tavern) στο Λονδίνο, ο πρόεδρος της Επιτροπής ανέπτυξε τους ανθρωπιστικούς, πολιτιστικούς και θρησκευτικούς λόγους, που υπαγόρευαν τη βοήθεια προς την Ελλάδα, και ζήτησε γι’ αυτό τη συνεργασία του βρετανικού έθνους.»
«Όλα αυτά έγιναν γνωστά στους Έλληνες. Το κείμενο το βρίσκουμε στο Αρχείο της Κοινότητας Ύδρας. Στον ενδιαφέροντα κατάλογο με τα ονόματα των μελών της Επιτροπής του Λονδίνου περιλαμβάνονται και τα ονόματα του λόρδου Βύρωνα, καθώς και του David Ricardo, του μεγάλου οικονομολόγου αλλά και μέλους του οίκου Ricardo, που οργάνωσε τη σύναψη του δεύτερου ελληνικού δανείου.»
«Ο William Cobbett, στο βιβλίο του Έφιπποι Αγροτικοί Περίπατοι, Rural Rides, τον Σεπτέμβριο του 1826 περνάει κοντά από μια εκτεταμένη και πλούσια ιδιοκτησία και πάρκο. Άλλοτε ανήκε σε μια παλαιά αριστοκρατική οικογένεια και τώρα σ’ έναν από τους αδελφούς Ricardo, που πλούτισαν από τις υπέρογκες προμήθειες των ελληνικών δανείων και κερδοσκοπώντας με τις διακυμάνσεις των ομολογιών. ‘Λεβέντες Έλληνες’, γράφει ο Cobbett, ‘που έχετε τέτοιους φίλους να σας βοηθούν με την οικονομολογική τους δεξιοτεχνία, και τέτοιους όπως ο κ. Gallowan, που κατασκευάζει για σάς μηχανήματα πολεμικά, ενώ ο γιος του τα φτιάνει για τους Τούρκους. Τέτοιους φίλους σαν τον Hobhouse και άλλους να μιλάνε για τις πολιτικές σας υποθέσεις. Ευτυχισμένοι έλληνες κι ευτυχισμένοι επίσης Μεξικανοί!»
«Τον Νοέμβριο του 1823, οι Ιππότες της Μάλτας, αλλιώς του Αγίου Ιωάννου της Ιερουσαλήμ, εμφανίζονται να προσφέρουν στην Ελλάδα, δια μέσου του οίκου Hullet Brothers, μέρος δανείου ύψους 640.000 λιρών. Μια από τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση του δανείου ήταν η Ελλάδα να τους δώση κάποιας νήσους του Αρχιπελάγους δια κατοικίαν τους· αυτοί δε εσυμφώνησαν να είναι παντοτεινοί σύμμαχοι των Ελλήνων, και συνδεδεμένοι να πολεμώσι αδιακόπως τους Τούρκους.»
«Από δικά του χρήματα δανείζει [ο Βύρωνας] την 1η/13η Νοεμβρίου 1823 στην ελληνική κυβέρνηση τέσσερις χιλιάδες λίρες, έως ότου δοθεί το αγγλικό δάνειο, για να μπορέσει στο μεταξύ το ελληνικό ναυτικό να ενισχύσει το αποκλεισμένο Μεσολόγγι.»
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Βύρων, διατηρώντας σε πολλά την αίσθηση της πραγματικότητας, του τραγικού και του γελοίου, αν και ήταν υπερβολικός καμιά φορά στις προσδοκίες ή την απογοήτευσή του, αγάπησε την Ελλάδα ειλικρινά, πίστεψε στις δυνατότητές της και έκανε ό,τι μπορούσε για να τη βοηθήσει. Του χρωστάμε πραγματική ευγνωμοσύνη.»
Υπογράφεται «στην Πελοπόννησο και στην Ύδρα, την 30ή Ιουνίου 1825, η αίτηση υπεράσπισης ή υποτέλειας, όπως την ονόμασαν οι επικριτές της, προς τη Μεγάλη Βρετανία. Κάτω από τα ονόματα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην Πελοπόννησο και του Ανδρέα Μιαούλη στην Ύδρα, την αίτηση υπογράφουν, σύμφωνα με το προοίμιό της, ο κλήρος, οι παραστάται, οι αρχηγοί πολιτικοί και στρατιωτικοί ξηράς και θαλάσσης του Ελληνικού Έθνους» [...] «Η αίτηση έχει τη μορφή και το ύφος εγγράφου συνταγμένου από Άγγλο νομικό ή από άλλο πρόσωπο εθισμένο στην αγγλική νομική πρακτική και φρασεολογία.»
«Η Ελλάδα, λέει [ο Μαυροκορδάτος στον George Canning], ‘θα καταλήξει αργά ή γρήγορα να γίνει ο φυσικός σύμμαχος της Πύλης (Τουρκίας), όταν αυτή (η Τουρκία) αντιληφθεί καλύτερα το ίδιο της το συμφέρον». Αν και όταν αυτό συμβεί, «η Αγγλία, η Πύλη και η Ελλάδα ‘θα αποτελούσαν, κατά κάποιο τρόπο, μια ενιαία δύναμη, ικανή να αντισταθεί στη Ρωσία. Σε τελευταία ανάλυση, η ένωση αυτή θα παρείχε μια μείζονα εγγύηση εναντίον κάθε απόπειρας της Ρωσίας ή οποιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής δύναμης να παραβλάψει την κυριαρχία και το εμπόριο της Αγγλίας με την Ινδία.»
«Πολλοί, οι περισσότεροι από αυτούς που υπέγραψαν την αίτηση προστασίας προς τη Μεγάλη Βρετανία, ως Φιλικοί είχαν προσβλέψει στη βοήθεια και την προστασία της Ρωσίας. Οι καιροί είχαν αλλάξει, αλλά ο τελικός σκοπός, η απελευθέρωση και η ανεξαρτησία, παρέμενε για τους Έλληνες ο ίδιος. Στο τέλος η ανεξαρτησία της Ελλάδας ήταν το αποτέλεσμα του ανταγωνισμού των Μεγάλων Δυνάμεων (με προεξάρχουσες την Αγγλία και τη Ρωσία), του φόβου μήπως η μία επικρατήσει εις βάρος της άλλης στο χώρο της εξασθενημένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και των μεταξύ τους συμβιβασμών. Το παιχνίδι εξακολουθούσε όμως, μόνο εφόσον οι Έλληνες συνέχιζαν να αγωνίζονται εναντίον των Τούρκων και του Ιμπραήμ.»
«Ενστερνίστηκαν, σιωπηρά τουλάχιστον, το όραμα του Ρήγα Βελεστινλή, συνδυάζοντάς το με τη διαφαινόμενη πολιτική της Ρωσίας, που ενδιαφερόταν να υποκαταστήσει την υπό διάλυση, όπως πολλοί πίστευαν, Οθωμανική Αυτοκρατορία με δορυφορικές και ημιαυτόνομες ηγεμονίες υπό ρωσική επιρροή, εκεί όπου η ίδια δεν θα μπορούσε απευθείας να προσαρτήσει εδάφη. Επιστεύετο ότι όλοι αυτοί οι πληθυσμοί θα μπορούσαν να συμβιώσουν αρμονικά στις ηγεμονίες.
Το σχήμα αυτό ξεκινούσε από τον ευρύτερο χώρο και κατέληγε στην κυρίως Ελλάδα, σε αντίθεση προς τη μεταγενέστερη Μεγάλη Ιδέα που ξεκινούσε από τη μικρή Ελλάδα. Κέντρο και στις δύο περιπτώσεις ήταν η Κωνσταντινούπολη, κάτι απαράδεκτο, βέβαια, για τους Άγγλους.»
«Η αγγλική επιρροή βασίστηκε κυρίως στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τους Υδραίους. Ο Δημήτριος Υψηλάντης αντέδρασε έντονα στην απόλυτη εξάρτηση από την Αγγλία. Ο Βύρων έγραψε στις 2 Δεκεμβρίου 1823 στον Μαυροκορδάτο: ‘Η Ελλάς αντιμετωπίζει τώρα τρεις γραμμές πορείας: να κερδίσει την ελευθερία της, να γίνει αποικία των ηγεμόνων της Ευρώπης ή να γίνει τουρκική επαρχία. Μπορεί τώρα να διαλέξει μία από τις τρεις, ο εμφύλιος πόλεμος όμως δεν μπορεί να οδηγήσει παρά στις δύο τελευταίες.’»
1826
«Ο Stratford Canning φτάνει στην Κωνσταντινούπολη στις 27 Φεβρουαρίου 1826. Ο πρώτος ξάδελφός του George Canning, ο υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας, είχε τότε αποφασίσει να συνεργαστεί με τη Ρωσία. Ο Metternich δεν του ήταν πλέον χρήσιμος και για τους Γάλλους είχε ενδοιασμούς. Γι’ αυτό αποφάσισε να πείσει τους Έλληνες να ζητήσουν μεσολάβηση, αφού είχε απορρίψει το αίτημά τους για βρετανικό προτεκτοράτο. Οι Έλληνες αργούσαν να του το ζητήσουν. Παρ’ όλα αυτά άρχισε διαπραγματεύσεις με τον Lieven (τον Ρώσο πρέσβη στο Λονδίνο). Το αποτέλεσμα ήταν το Πρωτόκολλο της 4ης Απριλίου 1826, που υπογράφηκε στην Πετρούπολη μεταξύ Ρωσίας και Αγγλίας. Οι δύο Δυνάμεις θα μεσολαβούσαν ώστε η Ελλάδα να γίνει ένα αυτόνομο κράτος αλλά φόρου υποτελές στον Σουλτάνο.»
Η Επιτροπή [της Γ’ εν Επιδαύρω Εθνικής] Συνελεύσεως [στην οποία συμμετέχει ο Κοπανίτζας] γράφει στις 19 Απριλίου στον George Canning και του λέει πως «Η Ελλάδα ζητά μόνον την ησυχίαν της. Ο μεγάλος εχθρός της Τουρκίας όμως είναι ο σατράπης της Αιγύπτου (ο Μωχάμετ Άλι), ο πατέρας του Ιμπραήμ. Οι στρατιωτικές επιτυχίες δεν είναι του Σουλτάνου αλλά δικές του, ο οποίος αυξάνει καθ’ εκάστην τας δυνάμεις του με το πρόσχημα του κατά της Ελλάδος πολέμου.» Και πράγματι, μόνο η παρέμβαση της Αγγλίας έσωσε την Κωνσταντινούπολη από την επίθεση του Ιμπραήμ, το 1839, μετά τη νίκη του στη Συρία.
1827
«Η Γ’ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων στην Τροιζήνα την 6η Απριλίου 1827 (έναν ακριβώς χρόνο μετά την πρώτη σύνοδό της στην Επίδαυρο) ανακοινώνει στον Ιωάννη Καποδίστρια ότι το έθνος, βλέπον όσα κακά επήγασαν εις το διάστημα του επταετούς αγώνος του από την πολυμέλειαν της νομοτελεστικής δυνάμεως,εις αποφυγήν όλων αυτών των κακών, τα οποία εξέθεσαν το έθνος εις τον έσχατον κίνδυνον, απεφάσισε δια των νομίμων πληρεξουσίων του, των εις Γ’ Συνέλευσιν συνελθόντων, και συνεκέντρωσεν όλην την νομοτελεστικήν δύναμιν εις ένα και μόνον...»
Αποφάσεις της Εθνικής Γ’ των Ελλήνων Συνελεύσεως στην Τροιζήνα:
«--Ψήφισμα ΙΒ’ της ίδιας ημέρας [8ης Απριλίου]. Εγκρίνεται η συνομολόγηση εξωτερικού δανείου μέχρι πέντε μιλιουνίων διστήλων ταλλήρων πραγματικών [...] δι’ υποθήκης της εθνικής γης και παρέχεται στον Ιωάννη Καποδίστρια η πληρεξουσιότητα να πραγματευθή, όθεν κρίνη συμφερώτερον, το τρίτον τούτο δάνειον.»
«Οι περισσότεροι πληρεξούσιοι, πολλοί απ’ αυτούς καλομαθημένοι, ζούσαν και κοιμόνταν στο ύπαιθρο, στο κρύο και τον καύσωνα. Υπήρχε μεγάλη έλλειψη ψωμιού και τροφίμων, εκτός από μερικά φασόλια από ένα γειτονικό χωράφι που είχε επιταχθεί. Οι συνεδριάσεις γίνονταν στο ύπαιθρο, σ’ ένα λεμονοπερίβολο. Ο Πρόεδρος καθόταν σ’ ένα σκαμνί με την πλάτη του στηριγμένη στον κορμό μιας λεμονιάς και είχε ένα μικρό τραπεζάκι με το κουδούνι μπροστά του. Ο γραμματέας, σταυροπόδι στο χώμα, έψαχνε και μελάνωνε χαρτιά στο γόνατό του. Ένας άλλος, από την άλλη μεριά, διάβαζε μεγαλοφώνως τα πρακτικά και άλλα έγγραφα. Οι πληρεξούσιοι ήταν καθισμένοι γύρω γύρω, πάνω σε απελέκητα δοκάρια. Ο Κολοκοτρώνης παρακολουθούσε καθισμένος στη διχάλα μιας λεμονιάς με τα πόδια κρεμασμένα.» [...] «Η αντιστράτηγος Μαντώ Μαυρογένους, που είχε πωλήσει τα υπάρχοντά της στη Μύκονο και είχε ορμήσει στο πεδίο του Αγώνα, φορώντας ένα μαύρο χρυσοστόλιστο φόρεμα κι ένα καπέλο ευρωπαϊκό, ουχί βεβαίως του τελευταίου των Παρισίων συρμού, ζητάει με νεύματα να εισακουσθεί η αναφορά της κατά του Υψηλάντη, την οποία ποτέ δεν διάβασαν. Ο ακαταπόνητος γραμματέας της Συνέλευσης, Ν. Σπηλιάδης, σηκώνεται τα χαράματα, ρίχνει στους ώμους του την κάπα από αιγότριχα, που του χρησίμευε και για νυκτερινό σκέπασμα, και καθισμένος σ’ ένα σκαμνί γράφει από μνήμης τα πρακτικά, πίνοντας λίγο ρακί αντί πρωινού καφέ και καπνίζοντας ένα μικρό τσιμπούκι. Το Πάσχα, ενώ μισοτραγουδάνε και περιμένουν ανυπόμονα να φάνε το σουβλιστό αρνί, μαθαίνουν ξαφνικά το θάνατο του Καραϊσκάκη. Βαρύ πένθος, άλγος καρδίας, απελπισία. Έπεσε βαριά σιωπή και πένθιμη. Την έλυσε ο Κολοκοτρώνης λέγοντας: Ο χαμός, αδέλφια, είναι μεγάλος, ο Θεός όμως είναι μεγαλύτερος.» (Αφήγηση του αυτόπτη μάρτυρα Νικολάου Δραγούμη, Ιστορικαί Αναμνήσεις)
«...αγορεύοντας ο διδάσκαλος Γ. Γεννάδιος κατά των τίτλων είπε ‘ευτραπέλως’ ότι ‘ούτε ο Μαυροκορδάτος ούτε ο Κουντουριώτης ούτε ο Κωλέττης ούτε άλλος τις των προυχόντων ήσαν πυγολαμπίδες (χάριν δε σεμνότητος δεν επαναλαμβάνω τας λέξεις του ρήτορος) ίνα ονομάζονται εκλαμπρότατοι’. Οι στρατιώτες επευφήμησαν και μετά τη συνεδρίαση ‘διημιλλώντο τίς να προσφέρη καφέν προς τον αδυσώπητον εκείνον δημοκράτην’.»
«Στις 24 Ιουνίου/6 Ιουλίου 1827 υπογράφεται στο Λονδίνο μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας συνθήκη ειρήνευσης της Ελλάδας. Ο Σουλτάνος θα είναι ο επικυρίαρχος ηγεμόνας και θα του καταβάλλεται ετήσιος φόρος.»
«Στις 15 Αυγούστου, η Κυβέρνηση φεύγει από το Ναύπλιο και εγκαθίσταται στην Αίγινα κατά σύσταση των ναυάρχων Κόδρινγκτον και Δεριγνύ. Οι ναύαρχοι αναγγέλλουν επίσημα στην Κυβέρνηση τη συνθήκη του Λονδίνου.»
«Ο Κυβερνήτης αναστέλλει πραξικοπηματικά τη λειτουργία του Συντάγματος, μέχρις ότου η τύχη της Ελλάδος αποφασισθή οριστικώς και η Βουλή αποδέχεται το τετελεσμένο γεγονός με το ψήφισμα της 18ης Ιανουαρίου 1828.»
1829
«Ο Αναγνώστης Κοπανίτζας είχε ξοδέψει όλα του τα χρήματα στην Επανάσταση». Παρ’ όλα αυτά, η εγγονή του παντρεύτηκε τον ποιητή Παναγιώτη Σούτσο, ο εγγονός του Σπυρίδων «άφησε μια ενδιαφέρουσα βιβλιοθήκη, που δείχνει το ζωηρό ενδιαφέρον του για την πολιτική και πνευματική κίνηση της Γαλλίας της εποχής εκείνης. Φαίνεται ότι σπούδασε στη Γαλλία, ίσως ως ένα από τα ελληνόπουλα από γνωστές οικογένειες αγωνιστών της ελευθερίας, που, μετά την επίσκεψη στην Ελλάδα, τον Μάρτιο του 1825, του απεσταλμένου της Φιλελληνικής Εταιρείας των Παρισίων, στρατηγού Roche, σπούδασαν εκεί με δαπάνη και φροντίδα της Εταιρείας.» [...] «Στη συνέχεια διετέλεσε συνεχώς γερουσιαστής επί Όθωνος, πληρεξούσιος κατά τη Β’ Εθνική Συνέλευση και βουλευτής μέχρι το θάνατό του. Ο Ηλίας έμεινε στη Σπάρτη. Ασχολήθηκε με τα οικογενειακά κτήματα, την τοπική πολιτική και λίγο με τους αρχαίους κλασικούς. Είχε αλληλογραφία με τον αδελφό του στην Αθήνα. Ως δήμαρχος της Σπάρτης υποδέχτηκε τον Όθωνα, τον Οκτώβριο του 1862, κατά την τελευταία του περιοδεία, που κατέληξε στην εξορία του από την Ελλάδα και στο τέλος της δυναστείας.» Άρα, μπορεί να φτώχυνε ο ίδιος προσωπικά, γιατί έχασε κάτι χτήματα πάνω στην αναμπουμπούλα της Επανάστασης, αλλά όχι πως πέθανε και στην ψάθα.
1831
«Στο στασιαστικό κίνημα, στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1831, η Σπάρτη [ο Μυστράς;] και το μεγαλύτερο μέρος της Λακωνίας δεν δέχτηκαν να συμμετάσχουν.»
1832
Το Μάη ο Friedrich Thiersch (Φρειδερίκος Θείρσιος) επισκέπτεται το Μυστρά και συναντά τον Αναγνώστη Κοπανίτζα, 80 χρονώ πια, ο οποίος του λέει πως η καποδιστριακή καταπίεση είναι χειρότερη από την τούρκικη. Και μάλιστα τώρα υπάρχει μια νέα μάστιγα: οι καταδότες της κυβέρνησης.
1833
Ο Όθωνας επισκέφτεται το Σεπτέμβρη το Μυστρά. «Κάτω από τη Μητρόπολη, εις μίαν πηγήν ύδατος ευρίσκεται είς σαρκοφάγος μαρμάρινος με ανάγλυφα.» Αυτή η σαρκοφάγος βρίσκεται σήμερα στην αυλή. Παρίσταται και ο Κοπανίτζας. «Στην ακολουθία του Όθωνα ήταν και ο Παναγιώτης Σούτσος, που γνώρισε και παντρεύτηκε την εγγονή του Αναγνώστη, τη Φλωρεντία Κοπανίτζα.»
1847 ή 1848
Φιλοξενία του πρέσβη της Γαλλίας Thouvenel στο σπίτι των Κοπανίτζα στο Μυστρά. Φρούριο κανονικό, με παλικάρια αφοσιωμένα. «Στα πελώρια δωμάτια δεν υπάρχουν έπιπλα περισσότερα απ’ όσα σ’ ένα στρατώνα.» [...] «Είναι [ο Στέφανος, ο γερουσιαστής κλπ.] αρχηγός κόμματος, αρχηγός φατρίας [clan]. Έχει τους ανθρώπους του, πολλούς και αφοσιωμένους, που τους συντηρεί, τους οπλίζει, τους παρέχει κατοικία, τους βάζει στα κτήματά του. Το άλλο κόμμα έχει κι αυτό τον αρχηγό και το στρατό του. Παραμονεύει ο ένας τον άλλον, ετοιμάζουν ενέδρες, επιτίθενται αιφνιδιαστικά. Τον καιρό των εκλογών δίνονται κανονικές μάχες. Σκοτώνουν οι μεν τους δε, όσους μπορούν περισσότερους, όλο το χρόνο, μέρα και νύχτα, στο εσωτερικό των σπιτιών, στο ύπαιθρο, προς δόξαν της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Ρωσίας. Τους τελευταίους δύο μήνες μετρήθηκαν είκοσι δύο φόνοι ή δολοφονίες.» «Η περιουσία της οικογένειας, που αποδίδει εισόδημα 20.000 φράγκα...»
Γλωσσικά
Α. Λεξιλόγιο
άζωτος ατμόσφαιρα (εν πυκνοτάτη αζώτω ατμοσφαίρα αποφορών ποικίλων και των μάλλον ανυποφόρων, Ι. Φιλήμων) 100
ανέλπιστος = απρόσμενη (η ανελπιστος πικρά ίδισις τού Παρασκευά μου ετάραξε τήν ψιχιν) 225
βίαιον δάνειο = αναγκαστικό (Βουλευτικό Σώμα, 1822) 111
βοτρυδόν (κοιμώμενοι επί της υγράς γης [οι εγκάθειρκτοι όμηροι της Τριπολιτσάς], Ι. Φιλήμων) 100
εκδοχέας (Την απαίτησή της κατά του Κοπανίτσα...την εκχώρησε σε έναν έμπορο στην Αθήνα. Ο Κοπανίτσας πιεζόταν απόν τον εκδοχέα της Αθηναίο έμπορο να καταβάλει το οφειλόμενο τίμημα.) 226
έκπλευσις = απόπλους (έκπλευσιν ταχείαν του στόλου) (έκκληση προκρίτων προς την Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας και το Εκτελεστικό Σώμα, 5 Μαρτ. 1826) 152
ελέφαντες του απαθούς = ο στόλος του Σουλτάνου (συνθηματικό Φιλικής Εταιρείας) 218
επιμαχία = συμμαχία; υπόσχεση συνδρομής σε περίπτωση που ο σύμμαχος υποστεί επίθεση; (συμμαχίαν και επιμαχίαν παντοτεινήν και αδιαχώριστον εν παντί καιρώ και ανάγκη καθ’ όλας τας περιστάσεις) (Ι. Φιλήμων) 145
επιχείρημα = επιχείρηση, εγχείρημα, προσπάθεια (το κατά το Μεσολογγίου επιχείρημα του Ιμπραήμ· τα διπλωματικά της Μεγάλης Βρεττανίας υπέρ της ανεξαρτησίας της Ελλάδος επιχειρήματα) (Ανδρέας Ζαΐμης και Κανέλλος Δεληγιάννης) 146
ευπατριωτών = ευπατριδών; (επιστολή Δεληγιανναίων προς τον Αναγνώστη Σπηλιωτάκη και τον Αναγνώστη Κοπανίτζα, 22 Δεκ. 1824) 128
κακεργάται = κακούργοι, εγκληματίες (έγγραφος εξομολόγησις Πανάγου Μαλαβαλάκη) 118
καμήλες = πλοία ελληνικά (συνθηματικό Φιλικής Εταιρείας) 218
κάνω σάλεσι (δεν στον κάνουμε σάλεσι τον Μυστρά [απαντούν οι κοτζαμπάσηδες στο Ζαχαριά] 59
καούνια (ο Κοπανίτζας γράφει της νύφης του ότι της στέλνει τεσερα καρπουζα καί διο καουνια) 175, 225 και εικ. 11)
κατεβασιά του Ευρώτα (παρέσυρε τη γέφυρα του [αρχιεργάτη Ιωάννη] Κόπανου, του 1749) 35
κατεσκληκώς (ημιγύμνους, κατεσκληκότας..., Ιωσήφ Ζαφειρόπουλος) 105
κόμοδον = άνετο 129
λουφές, λουφέδες (τους ζητάει ο Ζαχαριάς από τους κοτζαμπάσηδες του Μυστρά, αλλιώς θα τους χαλάσει τα τσιφλίκια, κι αυτονών και των Τούρκων) 34, 59
μεσοπεθαμένος = μισοπεθαμένος (Αναγν. Κοπανίτζας) 107
μεσοσυλλαβήσωμεν = μεσολαβήσωμεν 126
ξηροφιλοτιμίαι = μικροφιλοδοξίες (να συγκεντρωθεί η εκτελεστική εξουσία εις ενός ανδρός μόνον χείρας δια να λείψουν αι ξηροφιλοτιμίαι των διαφόρων κομμάτων και προσώπων) (Κανέλλος Δεληγιάννης) 165
κουλούρες, οι, των κουλούρων = οι περιτραχήλιοι κρίκοι της αλύσσου (Ιωσήφ Ανδρούσης) 98
ολκή = βάρος (Ιωσήφ Ανδρούσης) 98
πλατυευρύχωρος αυλή (Ιωσήφ Ανδρούσης) 98
πολιταρχία = πολιτοφυλακή (διότι αύτη η πολιταρχία εδούλευσε και εφάνη πολλά χρήσιμος εις τας παρελθούσας ανωμαλίας) 133
σίτελα και μίζελα (άπιστε Κοπανίτζα [του λέει ο Μούσα Κελεντζής εφένδης] έστειλες τον κερατά Κρεββατά εις την Φραγκίαν και μας έφερε αυτά τα σίτελα και μίζελα) (Ιωσήφ Ανδρούσης) 98
συνέτια = τίτλοι ιδιοκτησίας 112
Μυστρός, του passim
υδρογέφυρα (το νερό των πηγών Βιβάρι διοχετευόταν χάρη σ’ αυτήν στην απέναντι όχθη του Ευρώτα) 38
χρηματολογία = συλλογή χρημάτων, εισφορά (υπέρ του κράτους), (διαταγή Πελοπονν. Γερουσίας, 29 Ιουλ. 1822) 110, 219
Β. Γραμματικά – Συντακτικά
δια της τότε ανωμαλίας του καιρού = δια την τότε ανωμαλίαν του καιρού (Αναγν. Κοπανίτζας) 109
μεγιστοτάτη ανωμαλία = 119 (επιστολή προκρίτων Μυστρά)
παθητικό αποθετικό: (η ολική κυβέρνησις των ελληνικών πραγμάτων εμπιστεύεται προσωρινώς εις ενδεκαμελή επιτροπήν, Η’ ψήφισμα της Γ’ εν Επιδαύρω Εθνικής Συνέλευσης, 12 Απρ. 1826) 155
προεστότεροι, οι (τινές των προεστοτέρων, Στοχασμοί των Πελοποννησίων περί καλού Συστήματος, Μάιος 1820) 78
προκριτώτεροι, οι (Κανέλλος Δεληγιάννης) 44, 84
τόση...όσο (τίποτε δεν δίνει τόση χαρά στην καρδιά όσο ο καπνός) 192
υποτιθετομένη = υποτιθεμένη 89
Γ. Τοπωνύμια / Δημοτικά Ονόματα
Άνω Κοπάνιτσα Ηλείας = Κρυονέρι 39
Βασιλοπόταμο = Ευρώτας 43
Βουρλιάς ή Βρουλιάς = Σελλασία 32, 93
Εγκλιτέρα = Αγγλία 122
Κάτω Κοπάνιτσα Ηλείας = Καρυές 39
Κοσμίτης = από το χωριό Κοσμάς (γεν. πληθ. των Κοσμίτων) 114
Λακεδαιμόνιοι = οι Μυστριώτες 142
Μαραθονήσι = Γύθειο 177
Μπαρμπίτσα = Πάρνωνας 59
Σπαρτιάται = οι Μανιάτες 133
1 σχόλιο:
Πολύ ενδιαφέρον, αλλά κάπως συγκεχυμένα αναφέρονται μερικά στοιχεία, ιδιαίτερα ως προς την πρώτη περίοδο 1803-1809 και την μετέπειτα 1814-1821. Ίσως και επειδή λείπει το συνολικό σκηνικό (Ναπολέων, Ευρωπαϊκή και Ρωσική πολιτική ως προς τον Αλή Πασά, σχέση με προγενέστερες καταστάσεις δηλαδή Ρήγα, Βούλγαρη, Κοσμά Αιτωλό κλπ)
Ένα από τα θετικά στοιχεία είναι η παροχή στοιχείων για την αποφόρτιση του ισοπεδωτικά αρνητικού όρου "κοτζάμπασης"
Δημοσίευση σχολίου