Ειδοποιημένος από έναν αγαθό δαίμονα, πήγα στην εκδήλωση που οργάνωσε η Βουλή των Ελλήνων για το Αρχείο και τη Βιβλιοθήκη Γιάννη Ψυχάρη, που την είχε αγοράσει κοψοχρονιάς από τον ίδιον ο Εμμανουήλ Μπενάκης το 1924 και την είχε δωρίσει στη Βουλή. Τώρα τέλειωσε η αποδελτίωση ή η ταξινόμηση ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων (περισσότερα στο σάιτ της Βουλής), κι έγινε αυτή η εκδήλωση.
Πρώτος μίλησε ο Θανάσης Παπαϊωάννου, γενικός γραμματέας της Βουλής, που εκφώνησε ένα λόγο ο οποίος συνόψιζε όλα τα θανάσιμα κλισέ και τις γνωστές ‘αλήθειες’ για το γλωσσικό ζήτημα (το “δεν υπάρχουν χυδαίες γλώσσες” του Μαβίλη και τέτοιες τρομερά ενδιαφέρουσες πληροφορίες). Έκλεισε το λόγο του με τις γνωστές ανοησίες περί κινδύνου αφελληνισμού της γλώσσας μας λόγω της αθρόας εισροής ξένων λέξεων και περί απειλής που προέρχεται από το ορθογραφικό κομφούζιο (εξ όνυχος τον λέοντα· από αυτό μαντεύετε και τα υπόλοιπα…). Αυτοί είναι οι κίνδυνοι της γλώσσας μας στις αρχές του 21ου αιώνα, κατά τον κύριο ‘Γενικό’. Εγώ θα έλεγα πως αν η γλώσσα μας κινδυνεύει, κινδυνεύει γιατί ο πολιτισμός μας πάσχει, αν τουλάχιστον κρίνουμε από τις κατά καιρούς δηλώσεις του Προέδρου της Βουλής (τα περί Νομπελιστών Γερμανών vs. Νομπελιστών Ελλήνων), του πρώην Υπουργού Παιδείας (περί Hellenic Quest), του πρώην Υπουργού Εσωτερικών Πολύδωρα, τόσων άλλων, και τώρα του κου ‘Γενικού’. Κινδυνεύει η γλώσσα μας όχι με την έννοια της εξαφάνισης αλλά με την έννοια ότι δεν θα έχει πια κανείς να διαβάσει τίποτα σε αυτή τη γλώσσα που να είναι άξιο λόγου, παρά μόνο ανοησίες του παραπάνω είδους. Δεν έλειψαν από το λογίδριο του Κου ‘Γενικού’ οι χαρίεσσες αναφορές στο φούρνο του Χότζα των Πανελληνίων (παρομοίωση με τις συνεχείς αλλαγές της διδασκόμενης γλώσσας στα σχολεία μετά τον Β’ Παγκ. Πόλεμο), στην άθλια ποιότητα διδασκαλίας των ξένων γλωσσών στα σχολεία μας και άλλα τέτοια άνοστα, ντεπλασέ και προσβλητικά, αν υποθέσουμε π.χ. ότι παρίσταντο στην εκδήλωση φιλόλογοι ξένων γλωσσών. Αν ήθελε ο κος ‘Γενικός’ να κάνει χιουμοράκι, ας πέταγε σπόντες για το πνευματικό επίπεδο της Βουλής των Ελλήνων, στην οποία γραμματεύει (βλ. supra).
Ευτυχώς η συνέχεια δεν ήταν στο ίδιο φτηνιάρικο επίπεδο αλλά καλύτερη, κι έτσι υπάρχει ελπίδα για τον πολιτισμό και άρα και για τη γλώσσα μας.
Μίλησαν οι υπεύθυνες της Βιβλιοθήκης και του Αρχείου και είπαν δυο λόγια για την ιστορία της υπόθεσης και για τα περιεχόμενα (τριάντα τόσες χιλιάδες τόμοι και πάμπολλα τεκμήρια: ο Ψυχάρης αγαπούσε τα παιδιά του –έχασε μάλιστα και τους δύο γιους του στον Μεγάλο Πόλεμο–, τις γυναίκες [όχι μόνο τις συζύγους του] και τα βιβλία). Γλωσσικά, ακούστηκε ένα “τέσσερις ογκώδες τόμοι”, πράγμα που δείχνει ότι η μετατροπή των επιθέτων σε –ώδης σε άκλιτα σε –ώδες αγγίζει και τους μορφωμένους, ακόμα και όταν μιλούν από καθέδρας σε καθηγητές πανεπιστημίου. Ακούστηκε επίσης ένας πληθυντικός “καρτ-ποστάλς”. Τα δύο αυτά ακούστηκαν από δυο διαφορετικούς ομιλητές διαφορετικού φύλου.
Μετά έγινε διάλειμμα· πήρα μια πορτοκαλάδα και χάζεψα τη μικρή έκθεση φωτογραφιών, χειρογράφων, εντύπων και αντικειμένων που υπήρχε παραδίπλα. Εκεί είδα ότι ο Ψυχάρης έχει μεγαλοπρεπή τάφο στο Βροντάδο της Χίου, πράγμα που αγνοούσα και σκοπεύω όταν βρεθώ εκεί να τον επισκεφτώ, γιατί ο Ψυχάρης είναι ένας από τους ήρωες της εφηβείας μου· όχι ο ίδιος σαν άνθρωπος αλλά το εκ των ων ουκ άνευ Ταξίδι του, να ‘ναι καλά ο Χάρης Πάτσης. Δυο φωτογραφίες, μία δική του και μία της πρώτης του γυναίκας, κόρης του Ερνέστου Ρενάν, σε μεγάλη ηλικία, είχαν τη λεζάντα “Ο Ψυχάρης [ή: η Νοεμί Ρενάν] σε ώριμη ηλικία”. Το ξόρκισμα του ‘γέρου’, των ‘γερατειών’ είχε λειτουργήσει κι εδώ. Ένας άντρας που κοντεύει τα εβδομήντα βρίσκεται σε ώριμη ηλικία; Ή μια γυναίκα επίσης; Πόση ματαιοδοξία πια! Ώριμος είναι αυτός που παράγει καρπούς, παιδιά, όχι βέβαια πολύ πρώιμα, όχι στα 16 του (αν και ‘ώριμος σεξουαλικά’ είναι ήδη), αλλά πάντως όχι ο γέρος με τα εγγόνια! Με αυτή τη λογική, η φωτογραφία ενός ώριμου θα πρέπει να λέει “νέος”, ενός νέου να λέει “έφηβος”, ενός εφήβου να λέει “παιδί”, ενός παιδιού να λέει “νήπιο”, ενός νηπίου να λέει “βρέφος” και ενός βρέφους να λέει “έμβρυο”. Ενός δε πεθαμένου να λέει “σε προχωρημένη ηλικία”, καθώς μάλιστα κανείς δεν πεθαίνει τη σήμερον ημέρα παρά όλοι ‘φεύγουν’.
Μετά το διάλειμμα μίλησε μία δόκτωρ Συγκριτικής Λογοτεχνίας με θέμα “Faire la pose: Ο Ψυχάρης στο φακό”. Καλό το θέμα, παρουσίαζε φωτογραφίες του Ψυχάρη ζευγάρι κάθε φορά με κάποιαν άλλη, αλλουνού. Καβάφης, Παλαμάς, Ουγκό κ.ά. Ο Ψυχάρης διανοούμενος (Παλαμάς), προφήτης (Ουγκό), γέρος (εδώ ακούστηκε κι αυτή η λέξη, ευτυχώς!), με το μπαστούνι κλπ., και γενικά έγινε η γνωστή αμείλιχτη και ελαφρώς σκυλευτική ανάλυση μιας φιγούρας αιχμαλωτισμένης μέσ’ στο χρόνο, που υφίσταται το ελαφρώς σαδιστικό νυστέρι της αισθητικής και ψυχολογικής ανάλυσης, σαν κανένας πίνακας ή πορτρέτο. Το ελαφρώς σαδιστικό προέρχεται από την αναπόφευκτα ελαφρώς ειρωνική διάθεση των σχολίων και από το γεγονός ότι αυτό που βλέπουμε δεν είναι ζωγραφική ούτε γλυπτική αλλά φωτογραφία, δηλ. έχει την ψευδαίσθηση του αληθινού, παρότι είναι σαφώς καλλιτεχνικό δημιούργημα και περνάει κάποια μηνύματα (μας επιδείχτηκε μάλιστα και η γνωστή φωτογραφία του Παπαδιαμάντη με τα πλεγμένα δάχτυλα, όπου “ο Παπαδιαμάντης μιμείται [εμπνέεται από;] τον Ντοστογιέφσκι και, στα πλαίσια της ασκητικής παράδοσης, κάθεται σα φρόνιμο παιδί που το τιμώρησαν στη γωνιά του” ή κάπως έτσι (δεν είχα και μαγνητόφωνο). Η ανάλυση των στησιμάτων του Ψυχάρη δεν ήταν κακή, ειδικά στην πετυχημένη παράθεση δίπλα-δίπλα μιας φωτογραφίας του Ψυχάρη ως δανδή και του Όσκαρ Ουάιλντ επίσης ως δανδή. Μετά από μια τέτοια ομιλία, αν είσαι αυτό που λέμε ‘μη άνετος τύπος’, δεν θα ξέρεις πώς να σταθείς, πώς να μιλήσεις, πώς να χαμογελάσεις και φυσικά πώς να ποζάρεις σε φωτογραφία. Εννοείται ότι δεν υπάρχει ‘φυσικός’ τρόπος να ποζάρεις, ότι όλες οι πόζες είναι ‘πόζες’, και τίποτα δεν ξεφεύγει από τη ματιά της κριτικής, άρα όπως και να ποζάρεις ή να μην ποζάρεις, θα σε κάνουν φύλλο και φτερό. Η ίδια η ομιλούσα είχε μαλλί ξανθοκάστανο ελαφρώς αχτένιστο, δείγμα αντισυμβατικής ακαδημαϊκής ανεμελιάς, περασμένο εν μέρει πίσω από το αφτί ενώ άλλες σειρές μαλλιού έπεφταν ελεύθερες προς το λαιμό της, σε μια πόζα που δεν ξέρω πώς να την αναλύσω αλλά σίγουρα θα ξέρει η ίδια, αν τη δει σε φωτογραφία. Από την άλλη, φορούσε κολιέ και σκουλαρίκια και το φόρεμά της ανάδειχνε καλά το λεπτό της κορμί κι ένα μέτριο ντεκολτέ. Η κατά Roland Barthes ‘3η διάσταση’ της παρουσίας της (τι σημασία έχει εντέλει αν πρόκειται για φωτογραφία ή για φυσική παρουσία; όλα μια πόζα είναι) ήταν ότι είναι μια μοντέρνα θελκτική και ελαφρώς αντισυμβατική δόκτωρ.
Ύστερα μίλησε ο Μιχάλης Κοπιδάκης για τη διάλεξη που έδωσε ο Ψυχάρης το 1893 στον Παρνασσό για την ιστορία του φιλιού (όχι μόνο του ερωτικού αλλά και του θρησκευτικού κλπ. De osculis variorum patriarcharum ή κάπως έτσι -έργο του 17ου αιώνα!), ενώπιον του βασιλικού ζεύγους. Είπε ότι μίλησε σε γλώσσα χωρίς ακρότητες και ότι, καθώς ήταν ομιλία και όχι γραπτό κείμενο, κέρδισε πόντους μια και η προφορική και όχι γραπτή μορφή έδινε λιγότερο στόχο στους γλωσσαμύντορες. Τα κατάφερε όμως τελικά ο Κοπιδάκης να ρίξει τη μαχαιριά του στο τιμώμενο πρόσωπο της βραδιάς τσιτάροντας τον Ξενόπουλο, ο οποίος είχε πει (στη γνωστή υπόθεση Σουρή, άραγε;) ότι του Ψυχάρη του έλειπε το γλωσσικό αίσθημα.
Μετά μίλησε ο Γιώργος Παπαναστασίου για τα ορθογραφικά του Ψυχάρη και αναφέρθηκε στο συντηρητισμό του Ψυχάρη στα ορθογραφικά, όχι γιατί δεν ήταν υπέρ της φωνολογικής (sic) ορθογραφίας αλλά γιατί θεωρούσε ότι η μάχη έπρεπε να δοθεί κυρίως στο επίπεδο της γλώσσας και γιατί θεωρούσε πρόωρη και αντιπαραγωγική την ανακίνηση ορθογραφικού ζητήματος, όταν προηγούνταν το γλωσσικό. Ο Τριανταφυλλίδης, αντιθέτως, είπε ο Παπαναστασίου, κατάλαβε πως τα δυο πάνε μαζί, γιατί η εκπαίδευση είναι βασικός τομέας όπου διαμορφώνεται η γλώσσα και η εθνική ζωή και η ορθογραφία έπρεπε να γίνει διδάξιμη, έστω και αν αυτό σήμαινε να γράφουμε το τραβήξτε με περισπωμένη (ενώ ετυμολογικά θα έπρεπε να γραφτεί με οξεία, ως προερχόμενο από το τραβήξετε). Ο Ψυχάρης ήταν υπέρ της ιστορικής ετυμολογικής ορθογραφίας. Έγραφε δε ως και τα δύο πνεύματα πάνω στα δύο ρω, και είδα ας πούμε μια δική του γραφή 'αγώρι'. Άλλαξε όμως δυο-τρεις φορές απόψεις στη ζωή του πάνω στο θέμα και τελικά γύρω στο 1925 εισηγήθηκε ένα δικό του τσαπατσούλικο τονικό σύστημα με οξεία, βαρεία και περισπωμένη σε χρήσεις διαφορετικές από τις παραδοσιακές, μη θέλοντας να καταργήσει κανέναν τόνο, ίσως κατ’ αντιστοιχία της γαλλικής ορθογραφίας με τους τρεις της τόνους. Ο ειδικός επί της ορθογραφίας Παπαναστασίου στην ενδιαφέρουσα και σοβαρή ανακοίνωσή του αναφέρθηκε στην “ορθογραφία της αρχαίας” εννοώντας [και] τους τόνους και τα πνεύματα. Δε νομίζω πως αυτό είναι σωστό, αφού οι τόνοι και τα πνεύματα ανήκουν στην ορθογραφία του Βυζαντίου, και μάλιστα νομίζω ότι είναι και επιζήμιο να λέγεται έτσι, ‘ορθογραφία της αρχαίας’, γιατί δίνει στο πολυτονικό περισσότερο κύρος απ’ όσο δικαιωματικά του ανήκει. [Θυμάμαι την απόλυτη αδυναμία του αρχιμουσικού Αλέξανδρου Αινιάν, όταν του διόρθωνα το βιβλίο του Ο κος Περίγελος, να πιστέψει ότι ο “Πλάτων”, τον οποίον θαύμαζε απεριόριστα, δεν έγραφε με οξείες και περισπωμένες, ούτε με ψιλές. Αναγκάστηκα να του πω ότι θα γίνει ο ίδιος “Περίγελος” αν γράψει κάτι τέτοιο, πράγμα που τον φέρμαρε λίγο, αν και δεν ξέρω τι έκανε τελικά γιατί η διόρθωση από εμένα σταμάτησε. Ας μη μιλάμε λοιπόν απρόσεχτα για ‘ορθογραφία της αρχαίας’ προκειμένου για τα τονικά σημάδια, γιατί οι αδαείς το παίρνουν τοις μετρητοίς.] Να σημειωθεί ότι ο Ψυχάρης στα γαλλικά το όνομά του το έγραφε Psichari και όχι Psychari, κακώς κατ’ εμέ. Ή παπάς παπάς, ή ζευγάς ζευγάς. Αν έγραφε στα ελληνικά Ψιχάρης, εντάξει. Αλλά αφού έγραφε Ψυχάρης;
Στη συνέχεια μίλησε ο Αλέξης Δημαράς, που τα μπουρδούκλωσε κάπως, με θέμα Ο Ψυχάρης σήμερα. Τέλος πάντων, το δια ταύτα, είπε, είναι ότι ο Ψυχάρης έχει ξεχαστεί σήμερα, με εξαίρεση τις εργασίες του Κριαρά. Και ευχήθηκε η ταξινόμηση του αρχείου Ψυχάρη να δώσει ώθηση στην έρευνα.
Αφού τέλειωσαν οι ανακοινώσεις, προβλήθηκε φρέσκια (Οκτ. 2010) συνέντευξη του Κριαρά στην Ιφιγένεια Ταξοπούλου, όπου ο Κριαράς, που είναι εκατό χρονώ και τετρακόσιων εγκεφάλω, μίλησε για τη γνωριμία του με τον Ψυχάρη όταν αυτός είχε επισκεφτεί 71άρης τα Χανιά το 1925 και ο Κριαράς είχε μόλις τελειώσει το α’ έτος της Φιλολογίας. Μίλησε επίσης για τις μελέτες του πάνω στον Ψυχάρη και έκλεισε λέγοντας πως ο Ψυχάρης έχει παραμεληθεί, εν μέρει με δική του ευθύνη (ήταν φανατικός κι έκανε εχθρούς χωρίς λόγο) και ότι πρέπει να τον αναδείξουμε γιατί είναι άνθρωπος που άνοιξε δρόμο στη νεοελληνική λογοτεχνία, όχι με το λογοτεχνικό του έργο (δεν το είπε ο Κριαράς αυτό αλλά ο Δημαράς, και συμφωνώ απ’ όσα λίγα έχω διαβάσει) αλλά με το γλωσσικό και με το Ταξίδι.
Κάτι ευχάριστο είναι ότι όλα τα ονόματα των γυναικών ήτανε μονά. Καθώς καταχωρίζω τα βιβλία που (όλο και πιο σπάνια) αγοράζω, έχω πήξει στις διπλές εγγραφές, ειδικά με τις αρχαιολογίνες. Έλεος! Παρακαλάω να ‘ναι ανύπαντρες! Αντιθέτως, στην εκδήλωση Ψυχάρη και οι εφτά γυναίκες είχαν μονά ονόματα. Αλλά και την Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη, πρώην πρόεδρο της Βουλής, που ήταν στην αίθουσα, και αυτήν σκέτη Κα Μπενάκη την είπαν. Ουφ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου