Σάββατο, Φεβρουαρίου 23, 2008

Περί γλωσσικού εξαγγλισμού/αφελληνισμού

Πήγα σήμερα στην παρουσίαση του βιβλίου του Νίκου Σαραντάκου, Γλώσσα μετ’ εμποδίων. Συμβολή στη χαρτογράφηση του γλωσσικού ναρκοπεδίου. Μίλησαν ο Νϊκος Λίγγρης, μεταφραστής και λεξικογράφος, ο Κώστας Κανάκης, γλωσσολόγος πανεπιστημιακός, και ο Παντελής Μπουκάλας, αρθρογράφος στην Καθημερινή (και πρώην οδοντίατρος, όπως μας αποκάλυψε). Η εκδήλωση ήταν ωραία, τα όσα είπαν οι εισηγητές ενδιαφέροντα, με πιο απροετοίμαστο τον Μπουκάλα, αν και μας αποζημίωσε γι’ αυτό με μια ωραία ιστορία:
Μιλούσε, λέει, ένας πανεπιστημιακός φίλος του στο ακροατήριό του, και έλεγε πως υπάρχουν γλώσσες όπου δύο αρνήσεις κάνουν μία κατάφαση και άλλες όπου δύο αρνήσεις κάνουν μία άρνηση, αλλά δεν υπάρχει γλώσσα όπου δύο καταφάσεις κάνουν μία άρνηση. Τότε ακούστηκε μια φωνή από κάτω: «Ναι, καλά!»…
Είπε επίσης ο Μπουκάλας, ότι, σε απάντηση του ισχυρισμού ότι το έντερο βγαίνει από το «εντός ρέει», ισχυρισμού που τον επανέλαβε ο υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Ευριπίδης ‘Λιακόπουλος’ Στυλιανίδης σε λόγο του προς μαθητές στους Δελφούς, έγραψε ο ίδιος στην Καθημερινή ότι, μια και ο τύπος έντερο έχει και λαϊκότερο τύπο άντερο, αυτός ο τελευταίος ετυμολογείται από το «άντε, ρε!».
Κάτι που δε μου άρεσε στα όσα είπε ο Μπουκάλας είναι που επέκρινε τον Ελύτη για τη φράση του "τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική...". Ο Ελύτης μπορεί να ελέγχεται για τη συμμετοχή του στο Γλωσσικό Όμιλο, αλλά όχι και για την παραπάνω φράση!
Αυτά ο συμπαθέστατος Μπουκάλας, που γράφει πολύ ωραία άρθρα στην Καθημερινή. Μόνο που με εκνεύρισε που, μόνος αυτός απ’ όσους αποτελούσαν το πάνελ, κάπνισε τουλάχιστον δύο τσιγάρα την ώρα της εκδήλωσης, και αυτά στο χαμηλοτάβανο πατάρι του βιβλιοπωλείου Ιανός, ακολουθώντας σε αυτό τα χνάρια της Μαλβίνας Κάραλη και της Λιάνας Κανέλλη.


Ο Νίκος Λίγγρης μίλησε με χιούμορ, τσαχπινιά και πνεύμα, χαρακτηριστικά που διαθέτει σε αφθονία. Θα σταθώ σε ένα πράγμα, που αποτέλεσε και το λόγο που έκατσα να γράψω αυτό το σημείωμα. Είπε ότι έχει ένα σενάριο στο μυαλό του, σύμφωνα με το οποίο σε μερικές, άγνωστο πόσες, δεκαετίες θα μιλάμε στην Ελλάδα αγγλικά ως μητρική γλώσσα, και ελληνικά ως δεύτερη γλώσσα. Είπε ότι, αν συμβεί αυτό, δε θα συμβεί ύστερα από κάποιο βιασμό αλλά επειδή οι Έλληνες, οι χρήστες του γλωσσικού εργαλείου, θα έχουν αποφασίσει ελευθέρα βουλήσει ότι αυτό τους βολεύει καλύτερα και τους κάνει πιο ευτυχισμένους.
Δε μου φαίνεται πολύ πιθανή μια τέτοια εξέλιξη. Ο Λίγγρης συνέπλεξε αυτό το σενάριο με μια ανθολογία παραδειγμάτων ξένων –αγγλικών– λέξεων της πληροφορικής που έχουν περάσει στην κοινή χρήση και που, ακόμη και όταν έχουν ευπρεπείς ελληνικές αποδόσεις (μπλογκ-ιστολόγιο, ιντερνέτ/ίντερνετ-διαδίκτυο, κομπιούτερ-υπολογιστής, κ.ά.), τις προτιμάμε κατά κανόνα, όταν μιλάμε, από τις ελληνικές αποδόσεις τους. Αναφέρθηκε επίσης στις άθλιες ελληνικές αποδόσεις άλλων αγγλικών όρων της σύγχρονης τεχνολογίας, όπως φαξ-τηλεομοιοτυπία, και σε άλλες, καθαρά φαιδρές, που δεν τις θυμάμαι. Δεν είπε ότι η ευρεία αυτή χρήση αγγλικών λέξεων θα καταλήξει στο προαναφερθέν σενάριο της υποκατάστασης της ελληνικής από την αγγλική ως πρώτη γλώσσα των Ελλήνων, αλλά πάντως τα δύο αυτά θέματα γειτνίασαν στην ομιλία του.
Τέλος πάντων, η ευρεία χρήση ξένων λέξεων δε νομίζω ότι οδηγεί σε αλλαγή γλώσσας, αλλά σε πλούτεμα του λεξιλογίου. Ακόμη και αν οι νέες αυτές λέξεις δεν ενταχτούν στο μορφολογικό σύστημα της ελληνικής, αυτό δε σημαίνει αφελληνισμό της γλώσσας. Και στα γερμανικά υπάρχουν πολλές αγγλικές λέξεις, και έχει δημιουργηθεί ειδική κλίση ονομάτων που ο πληθυντικός τους λήγει σε –s, κάτι ξένο προς τη γερμανική γραμματική, χωρίς αυτό να σημαίνει απογερμανισμό της γλώσσας. Σίγουρα, θα ένιωθα πολύ καλύτερα αν λέγαμε ασανσέρι, τραχτέρι και άλλα τέτοια, που τα ακούω στην Κρήτη. Τι να κάνουμε όμως; Σήμερα την πλειονότητα την αποτελούν όχι τα αγράμματα αγροτικά στρώματα αλλά τα εγγράμματα αστικά, και τον τόνο τον δίνουν σε όλους τα ΜΜΕ.
Πολύ πιο σημαντική από τη μορφολογική προσαρμογή θεωρώ εγώ την ένταξη των ξένων λέξεων μέσω της παραγωγής, π.χ. από το φαξ να βγει ρήμα φαξάρω, έστω και αν το φαξ δε γίνει ποτέ φάξι. Και γι’ αυτό χρειάζεται ακομπλεξάριστη στάση στις δάνειες λέξεις, ώστε η παραγωγή να γίνεται αβίαστα, χωρίς ενοχές και χωρίς καταγγελίες για γλωσσική αλλοίωση.


Φτάνω τώρα στον πυρήνα του σεναρίου του Λίγγρη. Ο ίδιος σχετικοποίησε τα περί «ευτυχίας» των Ελλήνων στη διαδικασία γλωσσικού αφελληνισμού. Είπε ότι μπαίνει ζήτημα κατά πόσον αποτελεί προϊόν ελεύθερης βούλησης η παγκοσμιοποίηση, και ταυτόχρονα, αντιστρόφως, είπε ότι οι νέοι θέλουν την παγκοσμιοποίηση. Πράγματι, το θέμα έχει πολλές όψεις, και ο καθένας το βλέπει διαφορετικά ανάλογα με τη θέση του μέσα στην κοινωνία και τα προσωπικά του γούστα. Εγώ προσωπικά δεν έχω ιδεολογικό πρόβλημα με την ενδεχόμενη εξαφάνιση της ελληνικής γλώσσας, αν αυτό αποφασίσουν οι ομιλητές της, είτε ‘ελευθέρα βουλήσει’ είτε μέσα από την πίεση της πολιτιστικής κινητικότητας, που θα τους αναγκάσει να γίνουν αγγλόφωνοι για να προκόψουν στη ζωή. Κάτι ανάλογο συνέβη με τη θρησκεία κάποτε: οι Έλληνες άλλαξαν σιγά-σιγά θρησκεία, άρχισαν να παρατούν τους παλιούς θεούς και να ενστερνίζονται αιγυπτιακές, συριακές και άλλες θεότητες, ώσπου τελικά έγιναν Χριστιανοί μαζί με τους άλλους μεσογειακούς λαούς, και μετά μερικοί από τους τελευταίους έγιναν Μουσουλμάνοι, και σήμερα όλο και περισσότεροι γίνονται αδιάφοροι ή άπιστοι ή άθεοι ή Βουδιστές ή Μουσουλμάνοι ή δεν ξέρω εγώ τι. Αλλά ούτε και με μια ενδεχόμενη εξαφάνιση του ελληνικού έθνους θα είχα ιδεολογικό πρόβλημα, αν οι άνθρωποι που ζουν στην Ελλάδα αποφάσιζαν, είτε ‘ελευθέρα βουλήσει’ είτε από διάφορες πιέσεις δημογραφικού ή και πολιτικού χαρακτήρα, να αλλάξουν εθνική ταυτότητα. Εννοείται βέβαια ότι έχω πρόβλημα με τις σφαγές, τις γενοκτονίες, τους διωγμούς, τους αποικισμούς, τις απαλλοτριώσεις.
Πόσο όμως πιθανά είναι όλα αυτά; Προσωπικά, θεωρώ ότι η ταυτότητα είναι θεμελιώδες κεφάλαιο ενός ανθρώπου, μιας κοινότητας, ενός έθνους, κλπ., και δεν αλλάζει έτσι εύκολα. Το έχουμε δει πολλές φορές και εξακολουθούμε να το βλέπουμε σήμερα. Οι άνθρωποι μπορεί να χρησιμοποιούν την αγγλική διεθνώς ως εργαλείο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα την κάνουν και μητρική τους γλώσσα. Ένα εργαλείο δεν το αγαπάς, απλώς το μεταχειρίζεσαι. Όταν δε σου κάνει πια, το πετάς. Αυτό το είπε και ο Λίγγρης, στα πλαίσια μιας ομολογημένα από τον ίδιον υπερβολικής σχηματοποίησης που έκανε, χωρίζοντας τους ασχολούμενους με τη γλώσσα σε 'εργαλειακούς' και 'φετιχιστές'. Τη μάνα σου όμως δεν την πετάς μόλις δε σου μαγειρεύει πια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι της έχεις αιμομιχτική προσήλωση. Πολλές γλώσσες υπήρξαν διεθνείς γλώσσες, και τελικά αποσύρθηκαν στα παρασκήνια. Ανάμεσά τους, φυσικά, πρώτη και καλύτερη η ελληνική, για την Ανατολική Μεσόγειο. Σίγουρα η αγγλική σήμερα έχει μια ιδιαιτερότητα, αφού με την εξάπλωση των αγγλόφωνων σε περιοχές χαμηλής πληθυσμιακής πυκνότητας και με την παράλληλη πολιτιστική γενοκτονία που εφαρμόστηκε εκεί, η αγγλική μιλιέται σήμερα σα μητρική γλώσσα, εκτός της Μ. Βρετανίας, σε Β. Αμερική και Αυστραλία. Επίσης, με την παγκοσμιοποίηση, η αγγλική δε γίνεται μια απλή περιφερειακή lingua franca αλλά η Γλώσσα της Γης, η γλώσσα που θα μάθαινε ένας εξωγήινος αν ήθελε να συνεννοηθεί με τους Γήινους: γίνεται η Earthian language. Παρ’ όλα αυτά, αυτό δε με πάει πέρα από την κατάσταση που έχει ήδη διαμορφωθεί σήμερα, δηλ. πέρα από την αγγλική σα δεύτερη γλώσσα σε παγκόσμιο επίπεδο, με πρώτη γλώσσα τις διάφορες μητρικές γλώσσες. Και αδυνατώ να φανταστώ μια διαδικασία ανατροπής αυτής της ιεράρχησης μέσα από διαδικασίες παγκοσμιοποίησης και πολιτιστικής κινητικότητας και μόνο.


Το θέμα φυσικά συζητιέται κατά κόρον στα πιο υψηλά ακαδημαϊκά επίπεδα διεθνώς, και υπάρχει μεγάλη σχετική βιβλιογραφία. Είναι ωστόσο ενδιαφέρον ότι το σενάριο αυτό του Λίγγρη έρχεται σε αντίθεση με τα συνήθως λεγόμενα από την πλευρά στην οποία ανήκει και ο ίδιος, δηλ. την πλευρά των αντιγλωσσαμυντόρων. Η πλευρά αυτή, στην Ελλάδα τουλάχιστον, συνήθως απαντά στις προβλέψεις περί εξαφάνισης της ελληνικής γλώσσας, τις οποίες κάνουν οι γλωσσαμύντορες (ή μήπως όταν τις κάνουν οι γλωσσαμύντορες;), λέγοντας ότι πρόκειται για αστήριχτες κινδυνολογίες, ότι μια γλώσσα που έχει κρατική στήριξη, κάποια εκατομμύρια ομιλητές, λογοτεχνία, πανεπιστήμια κλπ. κλπ., δεν κινδυνεύει. Δεν απαντά λέγοντας: «ε, ναι, και τι έγινε;». Όταν λοιπόν πήρε το λόγο τελευταίος ο Σαραντάκος, θα περίμενε κανείς ότι θα τοποθετούνταν πάνω σ’ αυτό το σενάριο, καθώς μάλιστα, όπως είπε ο ίδιος, δεν είναι τύπος που μασάει τα λόγια του. Κι όμως, δεν αναφέρθηκε καθόλου σε αυτό. Να υποθέσω ότι συμφωνεί με την πιθανότητα αυτού του σεναρίου; Μήπως οι αντιγλωσσαμύντορες απορρίπτουν ως Κασσάνδρες τους γλωσσαμύντορες που προβλέπουν, όπως οι παλιοί αντιλατίνοι αττικιστές, το γλωσσικό εξαγγλισμό των Ελλήνων, αλλά στην πραγματικότητα τρέφουν και αυτοί τον ίδιο φόβο ή έστω κάνουν την ίδια πρόβλεψη, απλώς δεν την εξωτερικεύουν;

Ενημέρωση 19 Μαρ. '08: στις 27 Φεβ. '08 ο Λίγγρης απάντησε στο παρόν σημείωμα εδώ.

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αν οι μελλοντικοί Έλληνες είναι τόσο ξεφτίλες ώστε να πετάξουν στα σκουπίδια τη γλώσσα τους (με τη μεγαλύτερη ιστορία στην Ευρώπη) για να είναι "ευτυχισμένοι" με τα "βολικά" αγγλικά, ούτε εγώ έχω "ιδεολογικό πρόβλημα" με την εξαφάνιση του ελληνικού έθνους. Άντε γεια.

hominid είπε...

Σύμφωνα πάντως με τις εκτιμήσεις των πιο ειδικών, τα ελληνικά ανήκουν στο 10% των πιο ασφαλών (στο ορατό μέλλον, τουλάχιστον) γλωσσών. Οπότε μάλλον απίθανο να ακούσει ο κ. Λίγγρης τα εγγόνια του να τον αποκαλούν "grandpa". ;)

Costas N. Kouremenos είπε...

Μπορείς να μας δώσεις κάποιο σύνδεσμο γι' αυτές τις ποσοτικές εκτιμήσεις, στις οποίες αναφέρεσαι;

hominid είπε...

Ενδεικτικά από την Ουνέσκο: Εδώ για το 10% και εδώ το "Κόκκινο Βιβλίο" για την Ευρώπη.

Costas N. Kouremenos είπε...

Ευχαριστώ, Hominid!