Τετάρτη, Απριλίου 15, 2009

Ορθοκωστά

(μυθιστόρημα. Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 1994, πολυτονικό)

Ένα θαυμάσιο βιβλίο του Θανάση Βαλτινού. Μυριοσυζητημένο, κατηγορήθηκε από μερίδα της εαμοσταλινικής αριστεράς, επίσημης και ανεπίσημης, ότι νομιμοποιεί το δωσιλογισμό και τα Τάγματα Ασφαλείας, κοινώς ότι, κατά τη γνωστή έκφραση, ρίχνει νερό στο μύλο της αντίδρασης, αν όχι ότι είναι αντιδραστικό το ίδιο, παρά το ότι οι αφηγήσεις βρίθουν από περιστατικά αγριοτήτων των ΤΑ.
Δε θ’ ασχοληθώ με αυτή την πλευρά του θέματος. Με εκφράζει, πάντως, σε μεγάλο βαθμό ένα σχετικό δοκίμιο του Δημήτρη Παϊβανά [1] [2], που περιέχει και εκτενέστατη βιβλιογραφία. [Δεν με εκφράζει όμως και η άποψή του ότι Η Κάθοδος των Εννιά δεν αποτελεί εξιστόρηση της τελικής πτώσης κάποιων (οποιωνδήποτε) ηττημένων αλλά υπαινιγμό για τις αμαρτίες του ΕΛΑΣ, και ότι η περιωπή της Καθόδου των Εννιά στις τάξεις της αριστεράς οφείλεται σε παρανάγνωση: The Descent of the Nine, contains allusions to wasted and pointless Communist violence resulting in the ideological disappointment of some of those who employed it. Yet, in 1979, the text was read as commenting on "the tragic defeat of the [leftist] movement" (Tsaknias 1979). This interpretation, as I have argued elsewhere (Paivanas 2004: 308-14 and Paivanas 2005), is an ideologically charged misreading of the text…, ή τουλάχιστον δεν με εκφράζει εκ πρώτης όψεως, μέχρι να ξαναδιαβάσω την Κάθοδο ή και να διαβάσω τα σχετικά άρθρα του Παϊβανά.]
Γράφει επίσης ο Παϊβανάς ότι the novel is an extremely labyrinthine and difficult text, διατύπωση υπερβολική, και ακόμα:
Orthokosta is a fragmented, discontinuous, and disorderly narrative. It has in excess of 500 characters and that's just the named ones. Time indices tend to be general and non-specific while place indices are often excessively specific to the locality of Kynouria as the narrators tend to use local rather that official terminology. One of the primary effects of all these features, at least during the first two readings, is a confusion of the reader as to where, why and with what motives characters act and events occur.
Εγώ, στην πρώτη ανάγνωση, κάπου στην τέταρτη αφήγηση, δυσανασχέτησα, όντως, με το χάος, αλλά συνεχίζοντας συναρπάστηκα· με τη δεύτερη δε ανάγνωση (γιατί την αξίζει, πιστέψτε με!) τα ξέμπλεξα πλήρως, και άρχισα να κρατάω σημειώσεις. Θα βοηθούσε πάντως αφάνταστα ένα ευρετήριο ονομάτων. Μια και δεν υπάρχει, όμως, βάζω εδώ για τυχόν αναγνώστες του βιβλίου το φύλο και τα ονόματα των αφηγητών τού κάθε κεφαλαίου, είτε αναφέρονται μέσα στο ίδιο το βιβλίο είτε μπόρεσα να τα συναγάγω εγώ, με τη θερμή προτροπή να διαβάσετε το διαμάντι αυτό της νεοελληνικής λογοτεχνίας:
(γυν = γυναίκα αφηγήτρια, άντρ = άντρας αφηγητής)
01) γυν
02) γυν Γιωργία Μακρή (αδελφή Κλαρίας) + γυν Ειρήνη Χαλούλου;
03) γυν (;)
04) άντρ Κώστας Δράνιας (αδέρφια: Γιάννης, Ιφιγένεια) δάσκαλος, υπολοχαγός
05) γυν
06) άντρ Σάββας Παπαβασιλείου
07) γυν Ελένη Μαύρου (αδέρφια: Χριστίνα, Μάρκος, Στέλλα, Φαίδρος, Νίκος [αριστερός])
08) γυν (;)
09) άντρ Γιάννης Δράνιας (αδέρφια: Ιφιγένεια, Κώστας) (βλ. 04)
10) άντρ
11) γυν Χριστίνα Μαύρου (βλ. 07)
12) άντρ
13) άντρ
14) άντρ (Νικήτας; Μπραΐλας) (αδελφός: Κώστας)
15) άντρ Λουκάς Ντουένης + γυναίκα του
16) άντρ Αντώνης
17) γυν Κλαρία Μακρή (αδέρφια: Γιωργία κ.ά.) (βλ. 02)
18) γυν Ειρήνη Χαλούλου; + γυν Γιωργία Μακρή;
19) άντρ Γιάννης Δράνιας (βλ. 09)
20) γυν Κλαρία Μακρή (βλ. 02)
21) γυν Μαριγώ ……
22)
23) άντρ; μη πολιτικό
24) γυν Ελένη Μαύρου (βλ. 07)
25)
26) άντρ Μάρκος Μαύρος (βλ. 07)
27) γυν + γυν
28) άντρ Κώστας Κέκερης, δάσκαλος, μη πολιτικό (αδέρφια: Αργύρης, Μαριγώ, Δόξα)
29) άντρ Κώστας Δράνιας (βλ. 04)
30) άντρ ……. Αγγελινάρας
31) άντρ Γιώργης; Αργυρίου
32) άντρ
33) άντρ Κώστας Δράνιας (βλ. 04)
34) γυν Χρυσάνθη Αναγνωστάκου (γυν. Μαρίνου Αναγνωστάκου)
35) γυν; ….. Αργυρίου; (συγγ. Κλέαρχου Αργυρίου)
36) άντρ Λουκάς Ντουένης + γυναίκα του; (βλ. 15)
37) γυν;
38) άντρ μη πολιτικό
39) άντρ Κώστας Κέκερης (βλ. 28)
40) γυν; σχετικό με κεφ. 38, μη πολιτικό
41) άντρ Νικόλας; Νικολάου + …. Χριστοφίλης
42) γυν γυναίκα του Λουκά Ντουένη; (βλ. 15)
43) άντρ ίδιος με κεφ. 38, μη πολιτικό
44) άντρ Ηρακλής Πολίτης (αδερφός: Παναγιώτης)
45) μη πολιτικό
46) γυν Ελένη Μαύρου (βλ. 07)
47) άντρ μη πολιτικό
Βλέπουμε πως το ίδιο πρόσωπο μπορεί να είναι αφηγητής/τρια και σε περισσότερα κεφάλαια. Ο συγγραφέας έχει σπάσει κάποιες αφηγήσεις και τις έχει μοιράσει σε διάφορα σημεία του βιβλίου. Η οικογένεια Μαύρου και η οικογένεια Μακρή εκπροσωπούνται ιδιαίτερα. Επίσης, οι αδερφοί Δράνια.
Πρόσωπα που μνημονεύονται επανειλημμένα (Α = αριστερός, Δ = δεξιός ή απλώς αντιελασίτης, εκτελ. = εκτελεσμένος/η, δολοφ. = δολοφονημένος):
Γαλαξύδηδες: Κυριάκος, Μιχάλης, Σπύρος (Δ)
Αναγνωστάκοι: Θεμιστοκλής εκτελ., Μαρίνος, Χρήστος (Δ)
Αργυρίου Κλέαρχος – καπετάν Αίας (Α)
Πούλιος Ανέστης (Α)
Βελισσάρης Γιάννης εκτελ. στρατοδικείο και Γιώργος (Α)
Παυλάκος Νικόλας (Α)
Τόγιας Βασίλης (Α)
Χαλούλοι: Χρήστος, Γιώργης, [Ανθή;] (Δ)
Παπαδόγγονας (Δ)
Κυρελέοι: Κώστας, Γιώργος, Πάνος – Κυρελέησες (Δ)
Κονταλώνης (Δ και μετά Α)
Γιαννακόπουλος (Δ)
Μπραϊλαίοι (Δ) – Μπραΐλαινα εκτελ.
Μποΐνηδες: Τζίμης εκτελ. και άλλος εκτελ. – Μποϊνίτσες: Αλεξάνδρα (Α) εκτελ., Νίτσα
Μαγούλης (Α)
Αλίμονος (Α)
Λεγγέρης Χαρούλης-Χαρής και Πότης (Α)
Πρεκεζές (Α)
Κονταλώνης (Α)
Μαύρος Νίκος – καπετάν Φούριας (Α)
Ιωαννίτζης Μάρκος – “Καράτουλας” (Δ) δολοφ.
Ισαριώτης Πολύβιος (Α)
Ζησιάδης Αχιλλέας, καπετάν (ΟΠΛΑ) (Α και μετά μάρτυρας κατηγορίας σε δίκη των Α)
Τριανταφύλλης Στάμος (Δ)
Μπουζιάνης Παύλος, καπετάν (Α)
Βρεττάκος Λεωνίδας, Τηλέμαχος (Α)
Στούπας (Δ)
Λίγδας Κώστας (Α)
Ρούμελης Σπύρος (Α) εκτελ.
Λύρας (Δ)
Τσίγκρης (Α ή Δ)
Βασικά γεγονότα του βιβλίου:
Δολοφονία Μάρκου Ιωαννίτζη από τον ΕΛΑΣ, Ιούλιος ή Νοέμβριος 1943
Μπλόκο Γερμανών (με προπομπούς ποδηλάτες) 11/1943
Στρατόπεδο ομήρων ΕΛΑΣ στη μονή Ορθοκωστάς (αλλά και στη μονή Λουκούς), πρώτο: τέλη 1943 έως 2/2/1944, δεύτερο: έως 26-27/3/1944.
Ίδρυση Ταγμάτων Ασφαλείας στην Τρίπολη από τον Παπαδόγγονα, 3/1944
Πυρπόληση 7 σπιτιών Καστριτών Κυνουρίας (Μπραϊλαίων, Γαλαξυδαίων) από τον ΕΛΑΣ, 5/1944
Μεγάλο μπλόκο Γερμανών, 6/1944
Πυρπόληση Αγιασοφιάς από τον ΕΛΑΣ, 7/1944
Πυρπόληση Καστριού (118; 170-180; σπίτια) από τον ΕΛΑΣ, 23-24/7/1944
Πυρπόληση σπιτιών οικογ. Μαύρου στο Καστρί από τα ΤΑ, 26/7/1944
Κατάληψη Τρίπολης από τον ΕΛΑΣ με την Απελευθέρωση και αποχώρηση των Ταγματασφαλιτών είτε στα σπίτια τους είτε συντεταγμένα στις Σπέτσες
Τι θα έβαζα στο οπισθόφυλλο
(Μιλά ο Νικήτας[;] Μπραΐλας [βλ. κεφ. 14], σελ. 109:)
Τα Τάγματα έγιναν το ‘44, Μαρτίου τέλη. Μάρτη μήνα κατέβηκε ο Παπαδόγγονας στην Τρίπολη. Ποιος δεν το ‘ξερε ότι οι Γερμανοί χάνουν; Ποιος δεν το ‘βλεπε; Αλλά εκεί. Να εξουδετερωθείς. Να φύγεις από τη μέση. Να σκοτωθείς ή να σου κολλήσει η ρετσινιά του προδότη. Αυτή ήτανε η ιστορία.
(Μιλά η Ελένη Μαύρου [βλ. κεφ. 07], σελ. 333:)
Έφεραν έπειτα τους χωροφύλακες από τον Άγιο Πέτρο νεκρούς, με τις φανελίτσες. Δεν θυμάμαι πότε έγινε αυτό. Κατέβηκαν οι Γαλαξυδαίοι, ήθελαν πάλι να μας πιάσουν. Στην Ορθοκωστά με είχαν πάρει ως όμηρο [οι Ελασίτες] για τον Μάρκο και το θείο γιατρό. Είχαν φύγει στην Αθήνα. Είχα κάνει φυλακή είχα κάνει στο Χαϊδάρι. Τώρα ήθελαν να με ξαναπιάσουν. Δεν τους άφησαν. Τους έχω συχωρέσει όλους. Ένα διάστημα όμως, για τον Μιχάλη τον Γαλαξύδη ήμουν έτοιμη να ρίξω χειροβομβίδα στο αυτοκίνητό του. Τότε που κόψανε τον Φαίδρο από την Αεροπορία. Από τη Σχολή. Έτοιμον να βγει ανθυποσμηναγός. Τόσο είχα αγανακτήσει. Ο Φαίδρος έφυγε στον Καναδά. Πρόκοψε, έχει κάνει παιδιά. Εμείς μείναμε στην Τρίπολη.
Την κυνήγησαν δηλαδή στην αρχή οι Ελασίτες, επειδή ο αδερφός της τους είχε ξεφύγει στην Αθήνα, και την πήραν όμηρο στην Ορθοκωστά, και τώρα [1946] ήθελαν να την πιάσουν οι δεξιοί, οι Γαλαξύδηδες, σε νέα αντίποινα. Ο Φαίδρος είναι μικρός αδερφός της, 14 χρονώ τον καιρό της κατοχής.
Τοπωνύμια (παλιά -> νέα)
(για κατάλογο μετονομασιών της περιόδου 1913-1962, με τα παλιά και τα νέα ονόματα και με χρονολογία μετονομασίας, βλ. τη σελίδα Μετονομασίες των Οικισμών της Ελλάδας, του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών)

Αγιασοφιά
Αγιώργης
Ανδρίτσα
Αράχωβα
Βούρβουρα (τα)
Γαλτενά (η) –> Αετοχώρι
Γερακίνα
Δραγαλεβό(ς), –ίτης –> Έλατος
Δραγατούρα
Δραγούνι
Ζάβιτσα (τα)
Ζυγός
Καράτουλα (του), –ιάνος
Καστάνιτσα (η)
Καστρί, –ίτης (παλιά και Αγιονικόλας)
Κοσάνα
Κούβλι
Κουμπίλα (η) -> Λουλούδια
Κούτριφα (τα) –αίος
Κούτσι
Κοφίνι
Λενίδι (Λεωνίδιο;)
Λεπίδα
Μάνεσι -> Ψηλή Ράχη (Αρκαδία)
Μάσκλινα (η) –> Ελαιοχώρι
Μέλανα (τα)
Μελιγού
Μελίσσι
Μερκοβούνι
Μεσορράχι
Μπαρμπίτσα
Μπερνορί, –ής –> Ωριά, –ιάτης
Μπερτσοβά
Νερό
Ντουμ(ι)νά (η, τα) –> Βαθιά
Ξεροκάμπι
Ορθοκωστά, μονή –> Εορτακουστής, μονή
Παρθένι
Περδικονέρι
Πλάτανος, –ίτης
Ρίζες
Ρούβαλι(η) (του) –αίος, –ιάνος –> Νέα Χώρα
Σίταινα (η)
Στόλος
Στρίγγου (του)
Ταρμίρι
Τσερβάσι –ινός –> Περδικόβρυση
Τσιπιανά (τα), –ίτης
Χάραδρος
Χούρια (τα)
Χρυσοβίτσι
Ψηλή Βρύση

Τσιτάτα

Δεν υπήρχαν Έλληνες που συμπαθούσαν τους Γερμανούς. Που ήθελαν να συνεργαστούν μαζί τους. Τότε δημιουργήθηκαν τα Τάγματα της Πελοποννήσου. Την άνοιξη του ‘44. Όταν ήταν σαφές ότι οι Γερμανοί χάνουν τον πόλεμο. Όταν έγινε επίσης σαφές πόσο θα κινδύνευαν όλοι όσοι θα ήσαν στο έλεος του ΕΛΑΣ, μετά την κατάρρευση των Γερμανών. Μετά το φευγιό τους. Εκεί βέβαια οδηγήθηκαν. Μεθοδικά. Αλλά οι προσπάθειες είχαν αρχίσει από πολύ νωρίς. Σε ανύποπτο χρόνο. Μετά το σπάσιμο του μετώπου της Αλβανίας. Τότε ρίχτηκαν τα πρώτα σπέρματα της αμφιβολίας. Έλεγαν μόνο οι έφεδροι πολέμησαν. Οι μόνιμοι κοίταξαν αποκλειστικά τα γαλόνια τους. (σελ. 24)
Τον παρέσυραν και χτύπησε ένα μικρό τμήμα Γερμανών. Είχαν πάει με κάποιο αυτοκίνητο στην Αράχωβα να πάρουν πατάτες. Στην Αράχωβα Λακωνίας. Και τους χτύπησε. Ήταν εύκολος στόχος. Τρεις ή τέσσεροι Γερμανοί με τα όπλα τους αφημένα στο φορτηγό. Αλλά αυτός ήταν ο σκοπός. Κάψαν το χωριό οι Γερμανοί. Έτσι την έβγαλαν στο κλαρί την Αράχωβα. (σελ. 32)
Και όταν ανακοινώθηκε το σύμφωνο [Γιαννακόπουλου-κομουνιστών] μείναμε όλοι ενεοί. Όπως συνήθως οι κομμουνισταί όταν δεν μπορούσαν να καπελώσουν τις οργανώσεις τις συγχώνευαν. Τις αποκεφάλιζαν και τις αφομοίωναν έτσι. Αντέδρασαν οι αξιωματικοί εκεί πέρα, κατάλαβαν ότι αυτό ήταν το τέλος. Ότι βρισκόντουσαν στο έλεος του ΕΛΑΣ. Και θεώρησαν προδοτική την ενέργεια του Γιαννακόπουλου. Αλλά ο Γιαννακόπουλος δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Επιέζετο από τους Εγγλέζους. Ήταν αυτή η πολιτική τους. Εάν είχε αρνηθεί τη συγχώνευση θα του επετίθεντο και θα τον διέλυαν οι Ελασίτες. Πανηγύρισαν τότε αυτοί, ότι δεν υπήρχε πλέον πρόβλημα. Ότι είχε επέλθει η ενότητα. Και βεβαίως γι’ αυτούς δεν υπήρχε πια πρόβλημα. (σελ. 34)
Ο Κώστας Κυρελέης ήταν τότε στην Αθήνα, στη Φρουρά. Στη Φρουρά του Αγνώστου Στρατιώτου. Στα Τάγματα δηλαδή. Στα Τάγματα Αθηνών. Όταν έφυγε από την Τρίπολη πήγε εκεί και κατετάγη. Τα λέγανε Τάγματα Φρουράς Αγνώστου Στρατιώτου αλλά ήσαν Τάγματα ασφαλείας. Ήσαν τα δημοκρατικά Τάγματα στην Αθήνα. Τα είχανε χωρίσει. Και στην Πελοπόννησο ήσαν τα βασιλικά, ας πούμε. Του Παπαδόγγονα. (σελ. 44)
Είχαν κάνει [το 1936] οι φοιτητές αυτή την κίνηση και ντύθηκαν, η Ασφάλεια, παπάδες και τα λοιπά και τους έπιασαν. (σελ. 58)
Έγινε τότε το μπλόκο, το μεγάλο μπλόκο. Είπανε οι αντάρτες όσοι μείνουν στα σπίτια τους θα τους σκοτώσουν. Να βγούνε έξω οι άντρες. Και οι Γερμανοί ότι πρέπει να είναι όλοι στα σπίτια τους. (σελ. 61)
Τότε ήρθαν τα Τάγματα. Ο Μιχάλης Γαλαξύδης και οι άλλοι. Βρήκανε τον Σπύρο τον Ρούμελη. Νομίζω αυτός ήτανε. Είχαν καρφιά τα παπούτσια του μέσα και είχε βάλει χαρτιά, να μην τον πληγώνουν. Τους έπιασαν όλους, τους έψαξαν. Τα χαρτιά στα παπούτσια του Ρούμελη ήσαν προκηρύξεις του ΕΑΜ. Τους πιάσαν όλους αυτούς στο καφενείο, τους πήγαν στην Τρίπολη. Και τον Ρούμελη τον εκτελέσανε εκεί. Έπιασαν τον Σταύρο τον Φαρμακίδη, ένα παιδάκι, του Γιώργη του Κοντού ανιψιό. Ο Μιχάλης ο Γαλαξύδης. Ας είναι συχωρεμένος. Και τον έδερνε, τόσο πολύ. Εμείς βλέπαμε από τα παράθυρα, ήταν η πλατεία ακόμα έτσι, με τα μάρμαρα. Κλωτσιές, από το σπίτι του Μάγγα. Πώς είναι η μπάλα, έτσι. Πού την είχε εκείνη τη δύναμη; Τον έφερε στην άκρη κυλώντας και κει του δίνει μια, τον έριξε στο φούρνο της Μάρκαινας. Και από πάνω τα τα τα με το αυτόματο. (…) Ανοίξαμε έναν τάφο, τον θάψαμε. (σελ. 61-62)
Είχαν φύγει όλοι. (…) Όλοι όσοι είχαν κάποια σχέση με αντίσταση. Για να απαλλαγούν από τις πιέσεις. Οι πιέσεις να ενταχθούν στο ΕΑΜ ήσαν αφόρητες. (σελ. 74)
Επρόκειτο να εκτελέσουν κάποιους οι Γερμανοί. Ήταν μια μαθήτρια ανάμεσά τους. Είχαν εκτελεστεί δυο-τρεις μαθήτριες εκείνους τους μήνες. Και ο κόσμος έλεγε τα πήρε στο λαιμό του ο Παπανούτσος τα κορίτσια. Ο Παπανούτσος διευθυντής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας. (…) Οι Γερμανοί είχαν υποχρεώσει μια ελληνική διμοιρία να συνοδεύσει τους μελλοθανάτους, ως εκτελεστικό απόσπασμα. (…) Αυτό μας έκανε τρομερή εντύπωση. Οι Γερμανοί να σκοτώνουν, να κάνουν αυτή τη δουλειά. Αλλά όχι εμείς οι ίδιοι οι Έλληνες. (…) Έτσι ένα βράδυ ακούσαμε την αποκήρυξη των Ταγμάτων από την κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής. Αυτό ήταν επίσης πλήγμα για μας. (…) Εκείνες τις μέρες (…) ο Παπαδόγγονας συνεχάρη τον Χίτλερ για τη διάσωσή του. (σελ. 76-77)
Τον Κώστα τον πήρανε να κάνει μια εκτέλεση. (…) Τι είπες ρε; του λέει. Εγώ θα σκοτώσω άνθρωπο; Τι είπες; Τι αγώνα κάνουμε; (…) Δεν τα κατάφεραν να τον κάνουν εκτελεστή και έγινε ο φόβος κι ο τρόμος τους. Γιατί αυτοί είχαν αυτό το σύστημα. Να εκθέτουν το πρόσωπο το ισχυρό, το γερό πρόσωπο. Θα μου πεις οι άλλοι τα ίδια δεν έκαναν. Μάλιστα. (σελ. 111)
Μου λέει ο Τζίμης Μποΐνης: Πρέπει να κάνουμε αντίσταση, να εργαστούμε για την πατρίδα. Δέχτηκα αμέσως. (…) Την τρίτη βραδιά, λέει ο Τζίμης Μποΐνης: Θα εργαζόμαστε και για το κόμμα παράλληλα. (…) Το επόμενο βράδυ δεν πήγα. Πήγαν τα άλλα παιδιά. Μου λένε, Αντώνη δεν ήρθες. Τους λέω όχι. Για αντίσταση έρχομαι. Για κόμμα όχι. Όταν επικράτησαν εκείνοι στο Καστρί, όταν επικράτησαν τελείως, με πιάσανε. (σελ. 114-115)
Ο Θανάσης είχε κάνει μπαλωματής στον Πάρνωνα, ήξερε τα τσακώνικα λίγο. (…) Τους άκουσες; μου λέει ο Θανάσης Κοσμάς. Τους άκουσες; Ψιθυριστά, κάτω από την κουβέρτα. Μίλαγαν τσακώνικα. Τι είπαν Θανάση; Είπαν ότι οι Γερμανοί πλησιάζουν και θα μας σκοτώσουν εμάς. Αυτό είπαν. Θα μας σκοτώσουν και θα φύγουν. (σελ. 116-117)
Μου λέει ο Παναγιώτης Γαγάς: Αντώνη τον ρουν της καταστάσεως τον γνωρίζω εγώ. Το ιδεώδες πολίτευμα κατέφθασε. (σελ. 121)
Αυτός που ήταν κρυμμένος στον Αγιάννη από κάτω και είχε σύνδεσμο τον Μπαμπάνη και έστελνε γράμματα ποιοι θα καούνε. (…) Στο ιερό να μη φαίνεται, και έστελνε γραμμένα τα σημειώματα. (127)
Έχει ιστορία ο Θανάσης Κοϊτσάνος. Ο οποίος έφτασε στο σημείο να φορέσει στολή γερμανική. Δεν ήταν στα Τάγματα, δεν είχε καμιά σχέση με τα Τάγματα. Είχε εγγραφεί στη δύναμη των Γερμανών. (σελ. 136)
Είχε το Μπούρτζι μέχρι το ‘40. Το Μπούρτζι του Ναυπλίου. Το εκμεταλλευόταν ως τουριστικό ξενοδοχείο. (σελ. 145)
Μου λέει. Θα φύγουμε από τούτους να πάμε στους Γερμανούς; Όχι, του λέω. (…) Έλεγα ότι οι κομουνισταί θα μας το καταλογίσουν υπέρ. Ότι δεν ακολουθήσαμε τους Γερμανούς. (…) Και με έστειλαν στον Αχλαδόκαμπο. Να οργανώσω τον Αχλαδόκαμπο. (…) Οι Αχλαδοκαμπίτες ήσαν ακραιφνών εθνικών φρονημάτων. Δεν ήθελαν κομουνιστές. (…) Ούτε πήγαν ποτέ στα Τάγματα. Ήταν ο Γιώργης Μπαλάσκας. Αξιωματικός του Πυροβολικού. Υπολοχαγός. Τους κράτησε γύρω του, αυτός. Για αυτό τους σκοτώσανε. Ούτε μάχη ούτε τίποτα. Τους έπιασαν και τους σκότωσαν. Με την απελευθέρωση. Χάμω στις πόρτες των σπιτιών τους. Έναν έναν. Καμιά εβδομηνταριά. (…) Τους λέω είμαστε σαν το αυγό στις δυο πέτρες. Κάναμε μια ψευτοοργάνωση. (σελ. 147)
Τον θούριο “Στ’ άρματα στ’ άρματα” ο Νίκος Καρβούνης τον έγραψε σπίτι του [του Μάρκου]. (σελ. 174)
…φωνάξαμε έναν καλόγερο. Ήταν οπαδός του ΚΚ. Ποιος είναι μεγαλύτερος προφήτης ο Χριστός ή ο Στάλιν; Ποιος Χριστός, απαντούσε εκείνος. Ο Στάλιν είναι. (σελ. 177-178)
Η Πόπη ήταν από τις μοιρολογίστρες. Δηλαδή τη φώναζε κάθε φορά η ΚΟΒΑ και πήγαινε στη Μητρόπολη και χτυπιότανε και καταριόταν. (σελ. 182)
Στο στρατώνα. Εκεί που δίνουν φαΐ. Αυτή ήταν η αρχή των εντάξεων. Και από τη μια μεριά και από την άλλη. Ο ένας λόγος. Και ο άλλος ήταν η ασφάλεια. Στο βουνό δεν σε κυνήγαγε κανένας. Πήγαινες, έτρωγες, έπινες, καβάλαγες. Ή ήσουν αντιδραστικός κατατρεγμένος. Κατέληγες στα Τάγματα. Έβρισκες να βάλεις το κεφάλι σου κάπου. Πήγα κατατάχτηκα. (σελ. 183)
Γύρισα στην Τρίπολη και εξέθεσα στον Λύρα, προφορικά, αυτά που είδα κατά τη μοναδική έξοδό μου. Αυτές τις αθλιότητες. (…) Ένας κόσμος περίεργος, μαζέματα. Άλλοι πονεμένοι, άλλοι κυνηγημένοι, άλλοι, όπως οι Μανιάτες που το έχουν στο αίμα τους π.χ. (σελ. 204)
Αυτό ήταν το ‘46. (…) Χαράματα τους σκοτώσανε. (…) Και κατεβήκαμε τότε στην Τρίπολη. (…) Κατεβήκαμε θυμωμένοι. Και φτάναμε όπου ξέραμε ότι ήσαν Κουκουέδες. Έναν Μπαμπακιά (…) Εκεί πια τον περίλαβαν με μια μανιβέλα αυτοκινήτου. (…) Τον κάνανε του αλατιού. Δεν μπόρηγε να κουνηθεί για εβδομάδες. (…) Είχα να κοιμηθώ μέσα στο σπίτι χρόνια. Όχι μέρες, χρόνια. (σελ. 217-220)
Και αυτούς τους είχαν για να κατασκοπεύουν εμένα. Τάχα ότι τους κυνηγούσαν και κείνους. (…) Όταν μας πιάσαν οι Γερμανοί, κάτω στην Αγιασοφιά, αυτοί έσουραν με τους αντάρτες. Λοιπόν μη ρωτάς, μούτζω‘ τα. (σελ. 228)
Με διόρισαν πρόεδρο και ήρθε ένα χαρτί και μου έλεγε όσοι ήσαν κομουνιστές κλπ., να γράψω τα χτήματά τους στην Κοινότητα. (σελ. 228-229)
Ο Παρασκευάς [Ντενέζος] ήταν στον ΕΛΑΣ, τον είχαν βάλει υπεύθυνο της ΕΤΑ. (…) Και έπρεπε να τον απαγκιστρώσουμε από την οργάνωση. Μου λέει ο Λύρας θα πας κάτω, θα παραλάβεις τον Ντενέζο. (…) Ήταν ένας τρόπος αυτός, στήθηκε για να μην έχει αντίποινα. Να μη φανεί ότι ακολούθησε οικειοθελώς. Πήγαμε στο Καστρί, περάσαμε από το Καστρί. Οι ορδές των Ταγμάτων άρπαζαν ό,τι έβρισκαν. Το Καστρί καμένο βεβαίως [από τον ΕΛΑΣ]. (…) Και όλοι αυτοί να μπαίνουν στα σπίτια, να πλιατσικολογούν. Σα να βρίσκονταν σε ξένο έδαφος. Σε ξένη χώρα. Μια κατάσταση που δεν την είχα φανταστεί. (…) Με δική της απόφαση μας ακολούθησε και η Βούλα Παπαγιάννη. Γυναίκα του Κώστα Βασιλόπουλου. Ο Κώστας ήταν συνάδελφός μου, δάσκαλος κι αυτός. Αλλά ήταν μπλεγμένος στο ΕΑΜ. Μας ακολούθησε η Βούλα για να αντισταθμίσει κατά κάποιο τρόπο την αναγκαστική συμμετοχή του άντρα της στο ΕΑΜ. Οικεία βουλήσει. (σελ. 230)
Ο συχωρεμένος ο Θεμιστοκλής σουρνότανε. Πήγα τού έφερα χορτάρι. (…) Χλωρό χορτάρι να του βάλω από κάτω. (…) Αυτό το χορτάρι ζεστάθη τού τράβηξε τους πόνους. (…) η πλάτη του, έκαιγε φωτιά. Έβραζε από το πολύ ξύλο. (σελ. 236)
Το ‘44 έκαναν την επιδρομή οι Γερμανοί. Τον Ιούνιο. Ήρθαν οι αντάρτες εδώ, λένε θα φύγετε όλοι από τα σπίτια σας. Όποιος μείνει στο χωριό θα εκτελεστεί. Και οι Γερμανοί έριχναν προκηρύξεις. Μείνετε μέσα δεν θα σας πειράξει κανείς. Αναγκαστικώς φύγαμε. (σελ. 244)
Τη νύφη δεν έπρεπε να τη δει ο γαμπρός την ημέρα του γάμου παρά στην εκκλησία μονάχα. Βαμμένη και στολισμένη και σκεπασμένη μέσα στα πέπλα. Και συνήθως βάζανε τις μεγαλύτερες αδερφές, αυτές που θέλανε να ξεφορτωθούν. Άλλη μου έδειξαν κι άλλη μου έδωσαν. Από κεί βγήκε αυτό. (σελ. 290)
Μου πέρασαν το όπλο στα πόδια, μου τα γύρισαν έτσι απάνω, με τα πέλματα. Και άρχισαν. Τριάντα βαρισιές με συρματόσκοινο. (σελ. 309)
Γιατί τους σκότωσες τους αντάρτες, λέει ο Βελισσάρης. Μωρή αρκούδα, απαντάει ο Γιούλης. Ρε παλιοβρομιάρη (…) Και πάει στον τοίχο του σχολείου. Εμπρός, Γερμανία εκεί; (…) Φώναξέ μου τον Χίτλερ. (…) Άκουσε Χίτλερ. Εις το σχολείο Χάραδρος Κυνουρίας κρατούμεθα τριακόσιοι άνθρωποι περίπου. Από τα καθάρματα της γης, από τις αρκούδες. Παρακαλώ στείλατε εσπευσμένως δυνάμεις να μας ελευθερώσουν. (…) Και δεν πέρασε μισή ώρα, ήρθανε οι Γερμανοί. (σελ. 314)
Έπαιξα μια πρέφα κύριε στρατοδίκη τού λέει και έχασα. Οφείλω να πληρώσω. (σελ. 321)

Στη σελ. 68, από δυο αδερφές κρατούμενες στο Χαϊδάρι, στην αφήγηση της μίας η μία δηλώνει ψευδώς ότι έχει αφροδίσιο νόσημα, για να αποφύγει την αποστολή της στη Γερμανία. Η δηλώσασα, πάλι, στη δική της αφήγηση (σελ. 97), λέει ότι δήλωσε σεληνιασμό. Από ντροπή;


Οι άντρες (και οι γυναίκες) για τις γυναίκες




Εκεί [στο στρατόπεδο ομήρων] ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με τις λεγόμενες εύθυμες βραδιές. Ήταν μια ομάδα Δολιανίτες και Δολιανίτισσες. Μια παπαδοπούλα εκεί, μια δασκαλοπούλα. Συμμαθήτριά μου κάποτε στην Τρίπολη. Εύθυμες βραδιές κατά κυριολεξίαν. (σελ. 131)
Ένα φαράγγι με κόκκινους λείους βράχους γεμάτους σπηλιές. Σπηλιές σαν αιδοία. Πάντως παρά τους κόκκινους βράχους το μέρος το λένε Μαύρη Τρύπα. (…) Προχώραγε μπροστά μου η Αλίκη Μαλούχου. Η κακομοίρα ήταν αμάθητη. Είχε κάτι άχαρα πόδια. Επάνω οι κνήμες της ήσαν αφύσικα χοντρές. (σελ. 144-145)
Συναντάω εκεί μια παλιά φιλενάδα μου. (…) Ωραία, αγαλματένια. (σελ. 182)
Η Σοφία με το όνομα. Την τραγούδησαν. (σελ. 195)
Είχε αφήσει τη μητέρα δεκάξι-δεκαεφτά χρονών και τη βρήκε εικοσιέξι-εικοσιεφτά. Στην πλήρη δηλαδή ωριμότητα και ερωτική της απόδοση. (σελ. 202)
Ο Πάρνωνας (…) είναι μαλακό βουνό δασωμένο. Γυναικείο βουνό. (σελ. 260) [Πώς να μη σου 'ρθει εδώ στο μυαλό, μέρες που 'ναι, το "ο Θεός από Θαιμάν ήξει, και ο Άγιος εξ Όρους κατασκίου δασέος";]

…ήμουνα λεπτή, ήμουν στην ωραία ακμή μου. (σελ. 331)
Λεξιλόγιο
Αδερφομοίρι 279
Ακράνιδες 221
αναπεπταμένο μέρος 78
Ανήμερα του Αγηλιός 207
Ανταρτόπληκτος 282
Απολάω 246
Αποφυλακιστήριο 284
Βάζω = βάλλω 84
Βαρισιά 309
Βασανίζω (βασανιστήρια): τυραγνάω, παιδεύω, ταλαιπωρώ
Βραδυπορών -ούντες (στις πορείες) 140 και αλλού
Γιουρντί = οσφύς 188
Γυναικοχώρι = για έναν άντρα, το χωριό της γυναίκας του 276
Γύρισμα = ρέστα 190
Διακομιστικό εμπόριο 199
Διπλοκάτοικος = κάτοικος δύο χωριών ταυτοχρόνως 131, 239 και αλλού
Δόγες (βαγενιού) 332
Εμαθεύτη 106, σηκώθη 111, επανασυστήθη 143, αρνήθη 143, διελύθη 187, οριστικοποιήθη 192, απεθαμβώθη 198, διορίστη 202, αποδείχτη 206, ζεστάθη 236
Ενεργώ = επιχειρώ (για στρατό) 24

Επαγωγή όρκου 289
Επακτός όρκος 289
Επιχειρώ (για στρατό) 134
Εποχή (ήταν εποχή και ρέντιζαν τ’ αμπέλια) 192
ΕΤΑ = Επιμελητεία του Αντάρτη 215, 230
Θουρίδα 86
Και ήσαν ψήφοι αυτοί 200
Καλικούσια (παίρνω το παιδί --) 239
Καστριτόγαμπρος 177
Κατάγνωσις = επιβολή της ποινής 201
Καταπότες 277
Καταρράχτης = ο χώρος κάτω από την γκλαβανή 94, 100
Καταφύγιο = κρυψώνας των προικιών και των άλλων κινητών περιουσιακών στοιχείων του σπιτιού (των “πραμάτων”) 59 και αλλού
Κοντογούνι 60
Κουμπαρολογιέμαι 315
Κυρούλα = γιαγιά 60
Λαδούσα 152
Ληνός 59
Λογγόνας 198
Λούμπα (με νερό) 262
Μαρτέλι = μπουζουκάκι 309
Μουργώνει 318
Μπαμπουλώνουμαι με το μαντίλι 238
Μπορήγαμε 301
Μπούφλα 115, 283
Μπρούκλης = μετανάστης από Αμερική (Brooklyn) 200
Ντρούπλα κρασί 100
Ξάγι = αλεστικά 194
Ξαγναντάω = επιστρέφω 99 και αλλού
Ξάκω = Ξακουστή (γυν. όνομα) 334
Ξεπλένω = εκκαθαρίζω 249
Ξεραπώνω (κάτι παλιά κελιά) 135
Ξερόμυλος 192
Ξέσκουρα = ξώφαλτσα 268
Ξινιάρι = ξινάρι, αξίνα 313
Ξυπολιάς = ξυπόλυτος, άφραγκος 175
Ο Μαρτύρας = η φάλαγγα 225
Οικιακές βοηθές 66
Πανιότο 136
Παραδωμάτιο 333
Πλαγιενά 301
Ποιας γης δηλαδή. Πέτσες 256
Πολήνι 59
Πράματα = τα κινητά αγαθά του σπιτιού, πλην τροφίμων, κυρίως δε τα προικιά και η ραφτομηχανή passim
Ρεντίζω = ραντίζω 192
Σημειωμένος = σημαδεμένος 17
Σιόγαμπρος = σώγαμπρος 283
Σκαγομπάρουτα 152
Σούρτης = ρουφιάνος 159
Σούστα = άμαξα, κάρο 122
Σπαθίζω (να βρω λύση) 265
Στανοτόπι 282
Σταχολόγος 250
Στερφοπάτης 256
Συναγωνιστή (υποχρεωτική προσφώνηση σε ΕΛΑΣοκρατούμενες περιοχές) 281
Συναγωνιστικό = το ψευδώνυμο ενός ΕΑΜ-ΕΛΑΣίτη 319
Τα έμπεδα Ναυπλίου 202
Ταγματαλήτες 271
Ταμπλιάζομαι 319
Τιμολέου (γενική) 193
Του που σας έστειλε 90
Τριατατικός = που δουλεύει στα Τηλεγραφεία–Ταχυδρομεία–Τηλεφωνία 177 και αλλού
Τριμματάκι = τόση δα γυναίκα 56
Τσιρίλι = καλόγερος (σπυρί) 58
Φλούτσος 196
Φτούνα = αυτά 215
Χαμοκέλα 90
Χάνσας (σφαίρες) 245
Ψιχαστήρα = ψεκαστήρα 149
Εκφράσεις
Βρεγμένοι, μέχρι μασκάλη 91
Είχαν βαφτίσει…και ο θείος Μενέλαος τον Ερατοσθένη. Τέτοια ονόματα έβαζε ο θείος Μενέλαος. Ήσαν τα κουκιά του. 167
Μου την έχουν φουσκώσει την κοιλιά οι Μασκλιναίοι = μ’ έχουν τσαντίσει. 336
Ρε συ εμένανε ήρθες να πιάσεις, που άμα ξύσεις τα δόντια σου θα βγει το ψωμί μου από μέσα; 186
Τα είπα – από το νερό στο αλάτι = με το νι και με το σίγμα; 282
Τα μαλλιά με το τομάρι τους τα ‘κοβα 284-5
Το σπίτι μας ήταν μοναστήρι, όποιος πέρναγε εκεί έτρωγε, ξένος.
Τον θυμήθης τον Τάδε; = τον θυμάσαι;
Φεύγανε από το χωριό, φεύγανε τους Γερμανούς (flee the Germans) 143

11 σχόλια:

nkour είπε...

πολύ ενδιαφέρον!

kukuzelis είπε...

Είσαι τρομερός! Χάρη σε σένα θα βγάλω την Ορθοκωστά απ' το ράφι, να τη διαβάσω επιτέλους.

kukuzelis είπε...

Στο ευρετήριο ονομάτων το 22 και το 25 είναι κενά. Γιατί άραγε;

Costas N. Kouremenos είπε...

Γιατί δεν μπόρεσα να ανακαλύψω για τα συγκεκριμένα κεφάλαια ούτε το όνομα του αφηγητή, μα ούτε και το φύλο του.

guests είπε...

"Πρόκοψε, έχει κάνει παιδιά." επειδή έκανε παιδιά δεν σημαίνει ότι πρόκοψε κιόλας

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ενδιαφέρον, πολύ δύσκολο μυθιστόρημα. Θέλει δύο αναγνώσεις, και προσεκτικές, κυρίως λόγω της γλώσσας (του ύφους) του. Σε πονοκεφαλιάζει, αλλά είναι γοητευτικό: τόσοι άνθρωποι πιασμένοι στη δίνη της ιστορίας ως επί το πλείστον όχι λόγω της ιδεολογίας τους αλλά λόγω μικρότητας, δια της βίας, για προσωπικές διαφορές και εκδίκηση. Και τι έξυπνος (αλλά και δύσκολος) τρόπος να κυκλώσει (κυριολεκτικά) τα γεγονότα ο συγγραφέας: όλο ασυνέχειες, ελλειπτικά, με επαναλήψεις, μικροαλλοιώσεις, αντιφάσεις, άλλοτε εμπαθώς και άλλοτε με αδιαφορία ή διάθεση για συγχώρεση - ακριβώς σαν τη μνήμη όλων των ανθρώπων που έκαναν τη ζωή τους μαλλιά κουβάρια. Ένα επικών διαστάσεων ρέκβιεμ του μίσους, της βλακείας, της αυτοκαταστροφής. Και βέβαια, όπως υπαινίσσεται ο συγγραφέας με τα παραθέματα που ανοίγουν και κλείνουν το μυθιστόρημα, ένα έπος που ο χρόνος και η ανάγκη μας οδήγησε να το βλέπουμε μόνο από τη μία του όψη. Η "Ορθοκωστά" δίνει και την άλλη όψη, όχι με σκοπό να αναθεωρήσει για χάρη της άλλης πλευράς, αλλά για να πει το αυτονόητο: αγριότητες διεπράχθησαν εκατέρωθεν και ηθικά, τουλάχιστον, νικητής δεν είναι κανείς.

Πάντως, σίγουρα δεν είναι μυθιστόρημα για το ευρύ κοινό. Θέλει υπομονή, θέλει προσοχή, είναι εγκεφαλικό, θέλει κόπο να το βγάλεις πέρα. Είναι άσκηση και ζόρι. Και κυρίως θέλει να αγαπάς τη γλώσσα - όπου, άλλωστε, πέρα από την πολιτική ή το ζήτημα της δομής της αφήγησης - παίζεται κυρίως το παιχνίδι της "Ορθοκωστάς". Αυτό, το πονοκεφάλιασμα δηλαδή, δεν πιστώνεται απαραίτητα στα θετικά του μυθιστορήματος, πάντως.


Έκανες εξαιρετική δουλειά με το ευρετήριο και τις πληροφορίες, προσωπικά με βοήθησαν πολύ!

Cheers,
Γιάννης

ΥΓ: Συγνώμη για το "σεντόνι", απλώς τώρα μόλις τέλειωσα το βιβλίο και ήθελα κάπου να τα πω, και βλέπω ότι εδώ υπάρχουν άνθρωποι που τους άρεσε εξίσου.

Costas N. Kouremenos είπε...

Γιάννη, χαίρομαι που το ευρετήριο ονομάτων σε βοήθησε! Υπόψιν, ο Βαλτινός μιλάει στη Βιβλιοθήκη Λειβαδιάς, στη λέσχη ανάγνωσης εκεί, στις 31 του Γενάρη, στις 7.00 μμ.:

http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=5423

Ανώνυμος είπε...

Ευχαριστώ πολύ για την πληροφορία. Μένω στην Αθήνα άνευ αυτοκινήτου (αλλά με άρτι αγορασθέν ποδήλατο), οπότε κομμάτι δύσκολο να ανέβω μέχρι τη Λειβαδιά. Μιλάει συχνά ο Βαλτινός, πάντως. Και είναι κέρδος να τον ακούει κανείς. Συγχαρητήρια για το blog, a propos, είναι έξυπνο και καίριο. Cheers.

Costas N. Kouremenos είπε...

Ευχαριστώ πολύ!

polfos είπε...

Να'σαι καλά ρε φίλε, ανακάλυψα τον Βαλτινό πριν κανα μήνα και κοντεύω να τον ..τελειώσω! Τώρα διαβάζω την "Ορθοκωστά", και θα χρησιμοποιήσω το βοήθημά σου!! Ο κόπος σου δεν πήγς χαμένος! :)

Costas N. Kouremenos είπε...

Χαίρομαι που τ' ακούω!