Εγώ φοράω πάντα μάρσιπο. (Το Λεξ. Τριανταφυλλίδη το γράφει με ένα πι, το Λεξικό Μπαμπινιώτη με δύο· δεν προέρχεται από τον ίππο, αλλά παρ' όλα αυτά η αρχαία λέξη γραφότανε με δύο πι. Εγώ το γράφω με ένα.) Όταν μπαίνω σε τρόλεϊ κλπ., και έχει πολύ κόσμο, και είμαι όρθιος, έχω το ένα χέρι στη χειρολαβή ψηλά και το άλλο πάνω στο μάρσιπο, για να μη με κλέψουν. Αυτά, όταν έχει κόσμο. Σήμερα όμως προσπάθησε να με κλέψει ένας σε σχετικά άδειο τρόλεϊ, με τον εξής τρόπο:
Σηκώνομαι από τη θέση που καθόμουν και πάω στη μεσαία πόρτα. Στέκομαι φάτσα στην πόρτα, πρώτος για να βγω έξω μόλις το όχημα φτάσει στη στάση. Ένας τύπος είναι ακουμπισμένος με την πλάτη στην κλειστή πόρτα, ακριβώς απέναντί μου. Μου φαίνεται περίεργο, γιατί δεν έχει τόσο κόσμο ώστε να έχει εγκλωβιστεί στην πόρτα, και γιατί τον είχα δει να μπαίνει μια-δυο στάσεις πριν και άρα είχε το χρόνο να μετακινηθεί, αλλά δεν το επεξεργάζομαι παραπάνω. Απλώς μαγκώνομαι υποσυνείδητα. Επίσης, ο τύπος κρατάει μπροστά του, με το ένα χέρι, ένα σακίδιο πλάτης, άδειο ή ψιλοάδειο, όχι φουσκωμένο, επομένως ελαφρύ. Το άλλο του χέρι είναι αόρατο πίσω από το σακίδιο, αντί να κρέμεται κάτω, ελεύθερο. Μου θυμίζει ασυναίσθητα κάποιον που σε απειλεί με όπλο που το κρατάει πίσω από το σακίδιο, ώστε να είναι αόρατο. Με τρομάζει ελαφρώς το γεγονός, αλλά θεωρώ ότι είναι απλώς μια παραίσθηση. Ο τύπος με κοιτάει και με ρωτάει αν θα κατέβω. Λέω ναι. Κουνάει το κεφάλι του σε στιλ "εντάξει, μην ανησυχείς", με υπονοούμενο "θα φροντίσω να βγω απ' τη μέση για να κατέβεις". Όπως ξέρουμε, όταν είναι γεμάτο το όχημα, όταν αυτό φτάσει στη στάση και η πόρτα ανοίξει, κάποιος που είναι σ' αυτή τη θέση, με την πλάτη στην πόρτα, κατεβαίνει στο πεζοδρόμιο, αφήνει τούς μέσα να βγουν, και μετά ξανανεβαίνει. Αυτός όμως, όπως προείπα, δεν είχε λόγο να είναι εκεί, γιατί το τρόλεϊ είχε χώρο. Τέλος πάντων, τελικά το όχημα φτάνει στη στάση. Οι πόρτες ανοίγουν με το γνωστό τρόπο, προς τα πλάγια, και ο τύπος αντί να κατέβει, ακολουθεί με το σώμα του τη λοξή πορεία της πόρτας που ανοίγει, κρατώντας συνεχώς την πλάτη του κόντρα στην πόρτα, καθώς αυτή κινείται λοξώς προς το πλάι. Έτσι, τελικά καταλήγει στο πλάι μου, και καθώς κινείται έτσι, το σακίδιο που κρατά αρχίζει να τρίβει το μάρσιπό μου. Το χέρι του εξακολουθεί να είναι αόρατο πίσω από το σακίδιό του. Τότε αρχίζω να νιώθω ότι κάτι πασπατεύει το μάρσιπό μου. Το πράγμα κρατά ίσως 3-4 δευτερόλεπτα. Τόσος χρόνος χρειάζεται για να σου πάρουν όσα έβγαλες δουλεύοντας μια ολόκληρη μέρα, ή και πολύ περισσότερο. Χωρίς να έχω συνειδητοποιήσει πλήρως ότι τα δάχτυλά του προσπαθούν να μπουν μέσα στο μάρσιπο, τραβιέμαι μακριά του, και τελικά βγαίνω έξω, στο πεζοδρόμιο. Αυτός μένει μέσα, φυσικά, και το τρόλεϊ φεύγει. Κοιτάζω το μάρσιπό μου, και βλέπω το φερμουάρ του ανοιγμένο κατά το ένα τέταρτο με ένα τρίτο. Μετράω τα λεφτά μου, και βλέπω ότι δεν μου πήρε τίποτα. Σκέφτομαι το κινητό μου, που είναι σε ειδική εξωτερική θήκη στο μπροστά δεξιά μέρος του μαρσίπου· βλέπω ότι είναι και αυτό στη θέση του. Τη γλίτωσα. Για τα λεφτά πήγαινε, αλλά δεν τα κατάφερε τελικά. Νεαρός 27-30 χρονώ περίπου, κοντός, απλά ντυμένος, με κασκετάκι.
Αυτά, για κάθε ενδιαφερόμενο... μαρσιποφόρο!
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
δεν είναι ανακύκλωση είναι κλεψιά
Δημοσίευση σχολίου